Back

Μαθητικός διαγωνισμός στο πλαίσιο του 3ου Φεστιβάλ Αφήγησης και Τεχνών του Λόγου, κείμενο της Φωτεινής Γκόγκου

Βραβείο Μαθητικού Διαγωνισμού


Μία ιστορία ξενιτιάς

της μαθήτριας της Φωτεινής Γκόγκου

της Ε΄τάξης του Δημοτικού Σχολείου Κοίλων


Ήταν Αύγουστος του 1962. Στο λιμάνι του Πειραιά ο κόσμος πάει κι έρχεται. Φωνές, φασαρία, συνωστισμός! Το καράβι σε λίγη ώρα θα ξεκινούσε για την Αμερική, τη χώρα των θαυμάτων και των ευκαιριών. Χιλιάδες άνθρωποι αφήναν την αγαπημένη τους Πατρίδα και πήγαιναν σε μια πολύ μακρινή χώρα ψάχνοντας να βρουν ένα καλύτερο αύριο και μια καλύτερη ζωή.

Ανάμεσά τους κι ο Αντρέας, ένα παλικάρι 20 χρονών που και αυτό ψάχνει το όνειρο.

Μετά από πολλές μέρες ταξίδι το καράβι έφτασε στη Νέα Υόρκη. Ο Αντρέας κοιτούσε σαστισμένος. Είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Μπροστά του απλωνόταν μια τεράστια πόλη με χιλιάδες μαγαζιά, αυτοκίνητα και ουρανοξύστες, πολλά φώτα και πολλή φασαρία. Όταν μπήκαν στο λιμάνι είδε μπροστά του το άγαλμα της Ελευθερίας και ευχήθηκε μέσα από την ψυχή του αυτή η χώρα να γίνει η δεύτερη πατρίδα του.

            Ο Αντρέας συνάντησε κάποιους πατριώτες από το χωριό του οι οποίοι είχαν ένα εστιατόριο. Του βρήκαν ένα μικρό δωμάτιο στη σοφίτα ενός σπιτιού και του έδωσαν δουλειά στο εστιατόριό τους. Έτσι ξεκίνησε ο Αντρέας τη ζωή του στη ξενιτιά. Στην αρχή ήταν όλα πάρα πολύ δύσκολα. Δούλευε πολλές ώρες, έπαιρνε λίγα χρήματα, βρισκόταν σε μια ξένη χώρα, δεν ήξερε τη γλώσσα και δεν μπορούσε να συνεννοηθεί. Του έλειπε πολύ η οικογένειά του, το σπίτι του, το χωριό του, οι φίλοι του, η Ελλάδα. Κάθε βράδυ που έπεφτε κουρασμένος στο κρεβάτι του προσευχόταν στην Παναγία να γυρίσει γρήγορα πίσω κοντά στους αγαπημένους του, γιατί δεν την άντεχε την ξενιτιά.

            Δούλεψε πολύ σκληρά για αρκετά χρόνια, αλλά η Ελλάδα ήταν πάντα μέσα στην καρδιά και στο μυαλό του. Έτσι κάποια στιγμή αποφάσισε να γυρίσει πίσω μαζί με την οικογένειά του στην αγαπημένη του πατρίδα.