Back

Πρόγραμμα ανάπτυξης φωτοβολταϊκών σταθμών

ΠΡΑΣΙΝΕΣ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ  - ΓΚΡΙΖΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ

 

                                                                              Της Ν. Τουμπουλίδου

                                                      Αντιδημάρχου Κοζάνης

                                                        Υπεύθυνης για θέματα ενέργειας

   

Μπορεί να θεωρούμε ότι το τέλος του λιγνίτη βρίσκεται ακόμα μακριά, ωστόσο είναι μικρό το διάστημα που απομένει για να σχεδιάσουμε τη μεταλιγνιτική περίοδο, να αποτρέψουμε το θολό τοπίο έτσι όπως αυτό προδιαγράφεται και να προλάβουμε κι εμείς το τρένο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Δυστυχώς μετά την πρόσφατη απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) για την κατανομή παραγωγής ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς, στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας δίνεται το ελάχιστο δυνατό μέρισμα, καθώς της δίνεται η δυνατότητα παραγωγής ενέργειας μόλις 10 ΜW από το σύνολο παραγωγής των 500 MW.

 

  Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Με το Ν3468/2006 μεταφέρθηκε στο Ελληνικό Δίκαιο η οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 2001 για ‘’ προαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στην εσωτερική αγορά ’’, καθώς και οι κανόνες και οι αρχές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από αυτές. Με την 75/2007 απόφαση της ΡΑΕ καταρτίζεται και εγκρίνεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης πρόγραμμα ανάπτυξης φωτοβολταϊκών σταθμών συνολικής ισχύος 500 MW σε περιοχές του διασυνδεδεμένου δικτύου και 200 MW στα μη διασυνδεδεμένα νησιά.

 

Το πρόγραμμα ανάπτυξης ΦΒ σταθμών καταρτίστηκε λαμβάνοντας υπόψη:

·   τα στοιχεία κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας κάθε περιοχής

·   τις κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής (ηλιοφάνεια, θερμοκρασία)

·   τις ανάγκες του ηλεκτρικού συστήματος και ιδίως του νότιου συστήματος της χώρας

·   τις δυνατότητες της οικονομίας και τις υφιστάμενες συνθήκες

·   την ανάγκη διασποράς και περιφερειακής ανάπτυξης.

Η ισχύς των 500  MW επιμερίστηκε στις διοικητικές περιφέρειες και κατηγοριοποιήθηκαν τα είδη των σταθμών στο διασυνδεδεμένο δίκτυο όπως φαίνεται παρακάτω

 

 

 

Διοικητικές

περιφέρειες

Συνολική ισχύς

 

 

 MWp

 

≤20 kWp

 

 

MWp

>20

&

≤150 kWp

 

MWp

>150

&

<2 MWp

 

MWp

2 MWp

 

 

 

MWp

 

ΑΝ. ΜΑΚΕΔ. &  ΘΡΑΚΗΣ

45

4,5

15

13

12,5

ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

60

6

24

15

15

ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

10

1

3

3

3

ΗΠΕΙΡΟΥ

18

1,8

5,4

5,4

5,4

ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

55

5,5

16,5

16,5

16,5

ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ

15

1,5

4,5

4,5

4,5

ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

60

6

18

18

18

ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

60

6

18

18

18

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

122

12,2

36,6

36,6

36,6

ΑΤΤΙΚΗΣ

40

4

12

12

12

ΝΟΜΟΣ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ

15

1,5

4,5

4,5

4,5

ΣΥΝΟΛΟ

500

50

157,5

146,5

146

 

Η εγκατάσταση 700 MW ΦΒ σταθμών ανά την επικράτεια μεταφράζεται σε (ΡΑΕ,2007)

Ø        επενδύσεις ( σε τρέχουσες τιμές κόστους ΦΒ ) της τάξεως των 4 δις €,

Ø        απαιτούμενες επιχορηγήσεις ύψους τουλάχιστον 1,5 δις €,

Ø        παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της τάξης των 900 GWh ετησίως , ήτοι περίπου 1,5% της σημερινής κατανάλωσης ,

Ø        αξία παραγόμενης ενέργειας για 20 έτη, περί τα 8 δις € με βάση τις σημερινές τιμές πώλησης και σε σταθερούς όρους.

 

        Με αυτά τα 700 MW δίνεται η δυνατότητα συμμετοχής μικρών καταναλωτών, ενώ τα κεφάλαια είναι τόσο μεγάλα, ώστε μπορεί να αναπτυχθεί μια εσωτερική βιομηχανία/βιοτεχνία και υπηρεσίες σε όλα τα στάδια (μελέτη, κατασκευή, σχεδιασμός, εγκατάσταση, χρηματοδότηση ) με άμεσο όφελος στην εθνική οικονομία.

 

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, η Δημοτική Αρχή Κοζάνης θέτει το ζήτημα του χωροταξικού σχεδιασμού των ΑΠΕ και καταγγέλλει τον παραγκωνισμό της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, της ενεργειακής καρδιάς της χώρας, από το νέο τοπίο που προδιαγράφει η παραγωγή ενέργειας από ήπιες- φιλικές πηγές.

Αν στο σκεπτικό της ΡΑΕ λαμβάνεται υπόψη ότι το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για περιοχές όπως Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, Κεντρική Μακεδονία, Ήπειρος και Πελοπόννησος επιβάλλει μια διαφορετική αντιμετώπιση αυτών κατά παρέκκλιση των γενικών αρχών, τότε μιλάμε ξεκάθαρα για αδικία σε βάρος της περιφέρειάς μας.

Κανένα λογικό επιχείρημα, ούτε καν οι κλιματολογικές συνθήκες που επηρεάζουν την απόδοση των ΦΒ (ηλιοφάνεια,  θερμοκρασία,  υψόμετρο) δε δικαιολογούν αυτή την κατανομή, καθώς μπορεί να φαίνεται ότι η περιοχή μας υστερεί έναντι των άλλων λόγω μειωμένης προσπίπτουσας ακτινοβολίας, ωστόσο οι άλλοι δύο παράγοντες υπερκαλύπτουν αυτή την υστέρηση καθώς:

ü         οι υψηλές θερμοκρασίες επηρεάζουν αρνητικά τα ΦΒ, ρίχνοντας αισθητά την απόδοσή τους

ü         κάθε 100 m υψομέτρου αυξάνουν κατά 1% το βαθμό απόδοσης των ΦΒ

Επιπλέον, καμιά περιφερειακή ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται με τον τρόπο διασποράς των ΦΒ έτσι όπως αυτός έχει αποφασιστεί, όταν κάθε νομός της Δυτικής Μακεδονίας έχει αναλογικά δικαίωμα στην παραγωγή 2,5 ΜW, ενώ αντιστοίχως κάθε νομός στην περιφέρεια Ηπείρου έχει 4,5 ΜW, Θεσσαλίας  13,75 ΜW και Πελοποννήσου  24,4 ΜW !!! Κι ας μη μας διαφεύγει το γεγονός ότι κάποιοι από αυτούς τους νομούς διατηρούν και το δικαίωμα παραγωγής αιολικής ενέργειας.

Εύλογα, λοιπόν, διερωτάται κανείς:

·   Όταν η εγκατάσταση 10 ΜW  ΦΒ σταθμών στη Δυτική Μακεδονία επιφορτίζει το βόρειο σύστημα με αύξηση της τάξης του 0,021% και εγκατάσταση 50 ΜW κατά 0,1%, πόσο ανατρέπει και πόσο θέτει σε κίνδυνο αυτό την ασφάλεια λειτουργίας του συστήματος;

·   Με ποιο κριτήριο κρίνεται σημαντικότερο το επενδυτικό ενδιαφέρον σε άλλες περιοχές από το αντίστοιχο των Δυτικομακεδόνων που μόνο στην κατηγορία των από 2 ΜW και άνω έχουν καλύψει, σε ζήτηση, την εγκεκριμένη ισχύ και στις εξαιρέσεις στην κατηγορία από 20 ως 150 τείνουν να κάνουν το ίδιο;

 

Αν κάποιοι κεντρικά ξεχνούν το δικό μας δικαίωμα σε αυτή την ευκαιρία, εμείς υποχρεούμαστε να θυμίζουμε ότι η περιοχή μας στήριξε όλα αυτά τα χρόνια την εγχώρια παραγωγή ενέργειας με το πιο ρυπογόνο καύσιμο, το λιγνίτη. Καλύπταμε και συνεχίσουμε να καλύπτουμε το 65% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας θυσιάζοντας την υγεία των κατοίκων της περιοχής, την ποιότητα του περιβάλλοντος, ανθρώπινο δυναμικό, την ποιότητα συνθηκών εργασίας. Επιπλέον, η περιοχή μας εγκλωβίστηκε στη μονομέρεια της ΔΕΗ, εξειδικεύοντας το ανθρώπινο δυναμικό στη φιλοσοφία παραγωγής ενέργειας, εκμηδενίζοντας τη δυνατότητα απασχόλησης σε τομείς εκτός ΔΕΗ και δεσμεύοντας 113.404 στρέμματα γης που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την τοπική αγροτική παραγωγή.

Πολύ περισσότερο, οφείλουμε να θυμίζουμε πως πολλοί άνθρωποι βίωσαν συνθήκες σύγχρονου ξεριζωμού, αφού εγκατέλειψαν τους οικισμούς τους, άφησαν πίσω τους την ιστορία του μικρού χωριού τους, το παρελθόν τους. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που ακόμα και σήμερα αγωνίζονται για αποδόσεις εκτάσεων με ολοκληρωμένες υποδομές, προκειμένου να επανιδρύσουν τα χωριά τους.

Και τώρα που όλοι έχουν μερίδιο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από καθαρές ανανεώσιμες μορφές, δεν δίνεται η ίδια δυνατότητα στη μέχρι σήμερα ενεργειακή καρδιά της χώρας. Σαν να τιμωρείται για όσα πρόσφερε όλα αυτά τα χρόνια όπως και για τρία μοναδικά πλεονεκτήματα, καθώς:

ü         Μέσα από τις ΑΠΕ, μπορεί επιτέλους να επενδύσει το ανταποδοτικό τέλος της ΔΕΗ ( τοπικός πόρος ) σε σύγχρονες μορφές ενέργειας, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην προετοιμασία για τη μεταλιγνιτική περίοδο

ü         Διαθέτει το μοναδικό πανελλαδικά τμήμα Μηχανικών Διαχείρισης Ενεργειακών Πόρων

ü         Μπορεί να αξιοποιήσει όσο λίγοι το ΠΕΠ, οι κατευθυντήριοι άξονες του οποίου είναι  στραμμένοι στον ενεργειακό τομέα, χωρίς να χάσει το τρένο της ανάπτυξης για την επόμενη περίοδο.

Το ενεργειακό αύριο χαράσσεται στους πυλώνες της αειφορίας, της βιώσιμης ανάπτυξης και η περιφέρειά μας άδικα και προκλητικά χάνει τη δική της «πράσινη» ευκαιρία.

 

Η Δημοτική Αρχή της Κοζάνης, έχοντας αποδείξει πως στα μεγάλα ζητήματα τολμά να υψώσει το ανάστημά της και να διεκδικήσει το δίκαιο των πολιτών της, τάσσεται αντίθετα σε αυτή την απόφαση και δηλώνει έτοιμη να αγωνιστεί για να μην υλοποιηθεί. Ο στόχος είναι σαφής : δεν πρέπει να χαθεί η ευκαιρία που ανοίγεται μπροστά μας.

Η μεταλιγνιτική περίοδος φαίνεται όλο και πιο απειλητική. Και πρέπει να προλάβουμε τις επιπτώσεις της, που για την περιοχή μας σημαίνουν αύξηση της ανεργίας, οικονομικό μαρασμό της τοπικής κοινωνίας, εγκατάλειψη των εγκαταστάσεων και των υποδομών και κυρίως διαβίωση σε ένα νομό που έχει υποστεί ποιοτική υποβάθμιση περιβάλλοντος. Διαβίωση σε ένα νομό που ελάχιστα έχει σχεδιαστεί το μέλλον του, δεν έχει επενδύσει στις νέες τεχνολογίες, την έρευνα, την κατάρτιση.

Στην εποχή μας που

Ø        ο άνθρωπος ως φυσικός πόρος έχει μία μοναδική και αναντικατάστατη αξία,

Ø        τα περιθώρια για ένα πιο «πράσινο» ενεργειακό περιβάλλον στενεύουν και

Ø         η οικονομική ανάπτυξη θυσιάζει αξίες ζωής,

δεν πρέπει κανείς να μην αναγνωρίσει στον τελευταίο κάτοικο αυτής της περιοχής το δικαίωμα για ένα καλύτερο και καθαρότερο αύριο. Αντιθέτως οφείλει να το σεβαστεί και να το προτάξει.