- ΑΡΧΙΚΗ/
- ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ/
- Δημόσιες Διαβουλεύσεις/
- Διαβουλεύσεις/
- Διαβούλευση επί του Σχεδίου της Πρότασης για μια Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση
Διαβούλευση επί του Σχεδίου της Πρότασης για μια Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση
Η μεταλιγνιτική εποχή έχει ήδη ξεκινήσει. Σημειολογικά, η απολιγνιτοποίηση ξεκίνησε από το 2010 με το κλείσιμο της 1ης μονάδας του ΑΗΣ Πτολεμαΐδας από την Υπουργό Περιβάλλοντος κα Τ. Μπιρμπίλη. Έκτοτε, η συμμετοχή του λιγνίτη στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής μειώνεται σταδιακά. Συγκεκριμένα, το 2019 η συμμετοχή αυτή άγγιξε μόλις το 25,4% κατατάσσοντας το λιγνίτη στην τρίτη θέση μετά το φυσικό αέριο (42,33%) και τις ΑΠΕ-νερά (32,27%). Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι μέρες, κατά τις οποίες παρατηρείται μηδενική συμμετοχή του λιγνίτη στο μείγμα ηλεκτροπαραγωγής.
Όλο αυτό το χρονικό διάστημα η περιοχή συρρικνώνεται οικονομικά και πληθυσμιακά. Οι πιέσεις στην τοπική οικονομία εντείνονται, καθώς ο σταδιακός περιορισμός της λιγνιτικής δραστηριότητας τα τελευταία χρόνια επέφερε τεράστια μείωση στην απασχόληση και το εισόδημα της περιοχής.
Οι εξελίξεις αυτές, χωρίς προηγουμένως να υπάρξει ο αναγκαίος χρόνος για την κατάλληλη προσαρμογή του οικονομικού μοντέλου της περιοχής, θα επιφέρουν δριμύτερες κοινωνικές επιπτώσεις.
Ευθύνη της κυβέρνησης είναι η εκπόνηση του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (Master Plan), που θα οδηγήσει την Περιφέρεια στη νέα πραγματικότητα.
Ωστόσο εμείς οφείλουμε, να διαμορφώσουμε άμεσα την πρότασή μας, να ορίσουμε τους στόχους, τις κατευθύνσεις και τις προτάσεις, που θα στηρίξουν τη μετάβαση της περιοχής σε ένα νέο οικονομικό, παραγωγικό και περιβαλλοντικό μοντέλο με κοινωνικά δίκαιο τρόπο.
Πρόκειται για μια δύσκολη και χρονοβόρα διαδικασία, που απαιτεί ιδιαίτερα αυξημένους πόρους και κατάλληλη προετοιμασία. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει όλοι μαζί να σχεδιάσουμε με συστηματικότητα, αυτογνωσία και διορατικότητα την αναπτυξιακή μας στρατηγική χωρίς το λιγνίτη, αποφεύγοντας λάθη του παρελθόντος. Συνεκτιμώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις διαφαινόμενες ευκαιρίες, που δημιουργούνται στην ευρύτερη περιοχή, θα προχωρήσουμε στη διατύπωση ενός Ολοκληρωμένου Προγράμματος με προοπτική δεκαετίας.
Στόχος μας είναι η μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, που θα εδράζεται σε πρωτοπόρες πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας, προστασίας του περιβάλλοντος, αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και προώθησης της παραγωγής και χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Ένα αναπτυξιακό μοντέλο, που θα συνδυάζει την περιβαλλοντική αειφορία με την οικολογία, την καινοτομία και την έρευνα, την επιχειρηματικότητα και την κυκλική οικονομία, δημιουργώντας ένα ευνοϊκό επιχειρηματικό περιβάλλον, ικανό να προσελκύσει επενδύσεις συμβάλλοντας στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της περιοχής.
Πρωταρχική αναγκαιότητα είναι η άμεση προσέλκυση νέων ιδιωτικών επενδύσεων στην περιοχή, έτσι ώστε να προκύψουν θέσεις εργασίας, πριν μειωθεί ακόμη περισσότερο η λιγνιτική δραστηριότητα και συρρικνωθεί επιπλέον η τοπική οικονομία.
Προκειμένου να καταστεί η περιοχή μας ελκυστικός επενδυτικός προορισμός, θα πρέπει να ληφθούν ουσιαστικά μέτρα για την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της, αναδεικνύοντας και αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της γεωγραφικής μας θέσης, χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμο θεσμικό εργαλείο.
Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει σήμερα να διεκδικήσουμε τη θεσμοθέτηση ενός πλέγματος κινήτρων που θα καθιστά την περιοχή ελκυστικό προορισμό για επενδύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι σήμερα στον χάρτη των κρατικών ενισχύσεων η περιοχή μας βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση από την Κεντρική Μακεδονία. Το πλέγμα αυτό θα αφορά σε επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα και απαλλαγές, ώστε να εξασφαλισθούν οι υφιστάμενες θέσεις εργασίας και να δημιουργηθούν νέες μέσω ενός ευέλικτου αναπτυξιακού μετασχηματισμού, αλλά και να αναπτυχθούν όλοι οι παραγωγικοί τομείς της περιοχής και κυρίως όσοι διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Επιβάλλεται να καταστήσουμε την περιοχή μας όχι μόνο έναν από τους πιο ελκυστικούς επιχειρηματικούς προορισμούς της Ελλάδας, αλλά και έναν μοναδικό ανταγωνιστικό τόπο επενδύσεων στα Δυτικά Βαλκάνια και την Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Διεκδικούμε το αναπτυξιακό ισοδύναμο , που θα συναρτά τον χρονικό ορίζοντα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων και την κατάργηση των θέσεων εργασίας που αυτή συνεπάγεται, με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας ώστε να διασφαλίζεται ο ρυθμός ανάπτυξης για την περιοχή.
Ζητούμε τη διασφάλιση της τροφοδοσίας του συστήματος τηλεθέρμανσης από εναλλακτική πηγή θερμικής ενέργειας, πριν την παύση της λειτουργίας των ΑΗΣ που τις τροφοδοτούν σήμερα.
Καταθέτουμε την Πρόταση μας για μια Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση, μέσω της οποίας θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που ανακύπτουν, αναδεικνύοντας τον Δήμο Κοζάνης σε ισχυρό οικονομικό πόλο ανάπτυξης, καινοτομίας και περιβαλλοντικής αειφορίας.
Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε τις τελευταίες δεκαετίες, η περιοχή έχει ανάγκη από τη σύμπραξη όλων των δυνάμεων του τόπου, τους κοινωνικούς φορείς, τους επιχειρηματίες, τους παραγωγούς, τους επιστήμονες, το Πανεπιστήμιο και τα ερευνητικά ιδρύματα, τους ανθρώπους της τέχνης και του πολιτισμού, τη νέα γενιά αλλά και κάθε ενεργό πολίτη που στηρίζει τον τόπο του.
Η συμμετοχή σας στην διαβούλευση μπορεί να γίνει υποβάλοντας τα σχόλιό σας στην παρούσα πλατφόρμα πατώντας "Προσθήκη σχολίου" και "Υποβολή για δημοσίευση" ή αποστέλλοντας τα σχόλια σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση diavouleusi@cityofkozani.gov.gr . Η δημοσίευση των σχολιών σας στην πλατφόρμα προϋποθέτει την έγκρισή τους από τον υπεύθυνο διαβούλευσης.
Έναρξη δημόσιας διαβούλευσης : 16 Ιουνίου 2020
Λήξη δημόσιας διαβούλευσης : 5 Ιουλίου 2020
Διαβάστε το πλήρες κείμενο διαβούλευσης ΕΔΩ
Συνοδευτικό υλικό
- 15-10-19_Επιστολή στον Πρωθυπουργό
- 15-10-19_Επιστολή στον Υπουργό Ενέργειας
- 30-10-19_1η Επιστολή στην Πρόεδρο Ε.Επιτροπής
- 5-11-19_Επιστολή στον Πρόεδρο ΣΥΡΙΖΑ
- 5-11-19_Επιστολή στην Πρόεδρο ΚΙΝΑΛ
- 5-11-19_Επιστολή στο Γ.Γραμματέα ΚΚΕ
- 5-11-19_Επιστολή στον Πρόεδρο ΜεΡΑ25
- 5-11-19_Επιστολή στον Πρόεδρο Ελληνική Λύση
- 20-11-19_Επιστολή Συμβ.Επιτρ.Βιομ.Μεταλλαγών
- 5-12-19_Επιστολή στους Συλλόγους διαβουλευση
- 30-1-20_2η Επιστολή στην Πρόεδρο Ε.Επιτροπής
- Παρέμβαση του Δήμου Κοζάνης στη διαβούλευση επί του νεόυ ΕΣΕΚ
- Οδηγίες για προσθήκη σχολίων και παρατηρήσεων -
• Η απολιγνιτοποίηση δεν αντιμετωπίζεται με «διασωλήνωση» του λιγνίτη
• Να ρίξουμε το βάρος στο μεταλιγνιτικό σχεδιασμό
Το 2020 η Δυτική Μακεδονία θα έχει ως πρώτο και μόνιμο θέμα τη «βίαιη απολιγνιτοποίηση». Ο ορθότερος όρος θα ήταν βίαια προσγείωση στην πραγματικότητα, μιας και το τέλος του λιγνίτη ήταν ορατό προ πολλών ετών, αλλά εδώ κρατούσαμε τα μάτια μας κλειστά. Ελάχιστοι έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, προτείνοντας σταδιακή απεξάρτηση από το κάρβουνο, παράλληλη στροφή στις ΑΠΕ και δημιουργία νέων βιώσιμων θέσεων εργασίας.
Ένοχος όλο το πολιτικό σύστημα, κεντρικά και τοπικά, που με τη στήριξη της κοινωνίας επέμεινε δογματικά στο λιγνιτικό μονόδρομο, αδιαφορώντας για την επόμενη μέρα και τις παγκόσμιες ενεργειακές εξελίξεις που επέβαλε η κλιματική αλλαγή. Σήμερα όλοι τους μιλούν για τη μεταλιγντική εποχή και ομολογούν ότι ο τόπος μας είναι μετέωρος, χωρίς όμως να αναλαμβάνουν –έστω και αναδρομικά –τις ευθύνες τους.
Ιστορικά μεγάλα λάθη και χαμένες ευκαιρίες:
• Τη δεκαετία του 1990 είχαμε την ευκαιρία (ΔΕΗ και Δυτ. Μακεδονία) να γίνουμε προνομιακοί παίκτες στο φυσικό αέριο. Αρνηθήκαμε πεισματικά. Σήμερα η μπάλα είναι στους ιδιώτες, ενώ οι δήμαρχοί μας παρακαλούν τον ΤΑΡ για λίγο αέριο.
• Το ίδιο έργο επαναλήφθηκε στις ΑΠΕ. Η ΔΕΗ θα μπορούσε να είναι ΒΙΩΣΙΜΟΣ πρωταγωνιστής, σήμερα όμως είναι (σχεδόν) ΧΡΕΩΚΟΠΗΜΕΝΟΣ κομπάρσος
• Μετά το Κιότο η Ευρώπη έβαλε πλάνο μείωσης CO2. Εμείς όμως «κερδίσαμε» το 2002 να αυξήσουμε 25 % τις εκπομπές CO2 και σήμερα δεν έχουμε να τις πληρώσουμε !
• Όταν μπορούσαμε να πουλήσουμε λιγνιτικές μονάδες σε καλή τιμή, σνομπάραμε. Τώρα παρακαλούμε όσο-όσο, αλλά δεν αγοράζει κανείς γιατί είναι ζημιογόνες.
• Η νέα μονάδα Πτολεμαΐδα 5 ήταν η «μεγάλη ιδέα» της περιοχής. Σήμερα καταλάβαμε ότι κι αυτή «δεν βγαίνει» λόγω υψηλών τιμών CO2. Χάσαμε δηλ. 1.5 δις ποντάροντας «στα ζάρια» ότι θα γλυτώσουμε από το CO2 (πώς άραγε;), ενώ με τα ίδια λεφτά μπορούσαμε να κάνουμε τριπλάσιες και ΒΙΩΣΙΜΕΣ θέσεις εργασίας.
• Μετά το 2007-8 είχαμε την ευκαιρία για εργοστάσιο κατασκευής ανεμογεννητριών (ΔΕΗ + ξένος οίκος), αλλά εμείς ονειρευόμασταν .. πίστες Φόρμουλα 1.
• Ο Τοπικός Πόρος συχνά διασπαθίστηκε, ενώ θα έπρεπε να διοχετευτεί έγκαιρα στη μεταλιγνιτική. Μια άλλη ευκαιρία χρηματοδότησης ήταν τα «δικαιώματα εξόρυξης», τα οποία ουδέποτε ζητήσαμε από τη ΔΕΗ με συνέπεια να εκμεταλλεύεται το λιγνίτη «duty free». Τώρα «το ταμείον είναι μείον» και η επωδός γνωστή: Στερνή μου γνώση..
• Το Master plan το ζητούσε ο Οικολογικός χώρος από το 2005 (ως 20ετές πράσινο σχέδιο), αλλά εις μάτην. Τώρα παρακαλούμε για ένα οποιοδήποτε σχέδιο fast truck.
Βαδίζουμε λοιπόν ξυπόλυτοι στη μεταλιγνιτκή εποχή, μιας και πρέπει μέσα στο ανέφικτο διάστημα των τριών ετών να κάνουμε όσα ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ και ΕΠΡΕΠΕ να πράξουμε μέσα σε 30 χρόνια με σχέδιο, με πόρους και προπαντός με μεγάλη άνεση χρόνου.
Το οξύμωρο είναι ότι η πλειοψηφία των αρχόντων που οδήγησαν τον τόπο στα βράχια κουνούν το δάχτυλο στις μειοψηφίες που το πρόβλεψαν ! Και -το χειρότερο- συνεχίζουν να καλλιεργούν αυταπάτες περί διατήρησης των παλιών μονάδων. Η αλήθεια όμως είναι άλλη: Οι μισές μονάδες ήταν χαμένες από χέρι. Οι ΑΗΣ Αμυνταίου & Καρδιάς εξαντλούν την τελευταία παράταση λειτουργίας το 2020 και 2021 αντίστοιχα. Με καμιά κυβέρνηση δεν θα σώζονταν. Οι λοιπές μονάδες είναι εκτός ορίων με βάση τη νέα αυστηρή περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ και χρειάζονται ασύμφορες αναβαθμίσεις για να ζήσουν. Επίσης έχουν ήδη χαθεί στην πράξη οι μισές περίπου θέσεις εργασίας λόγω απολιγνιτοποίησης, αφού η ηλεκτροπαραγωγή από κάρβουνο τα τελευταία 10-15 χρόνια είχε πέσει κατά 60% και η εξόρυξη κατά 80%. .
Με αυτά τα δεδομένα ο τόπος καλείται να διαλέξει ανάμεσα σε δύο δύσβατους δρόμους: Ο ένας συντηρεί τη φαντασίωση ότι εμείς αποφασίζουμε για τις αποφάσεις οικονομικής επιβίωσης μιας επιχείρησης, της ΔΕΗ. Οδηγεί στα «χαρακώματα» του τοπικισμού και στα «μολών λαβέ», δηλ. σε λογικές που πλήρωσε επανειλημμένα ο περιοχή (και η χώρα), αρνούμενες την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα είναι ότι η ΔΕΗ βρίσκεται ένα βήμα πριν τη χρεωκοπία λόγω των μεγάλων ζημιών των λιγνιτικών μονάδων (300 εκ. € / έτος). Τα νούμερα που έδωσε η Κυβέρνηση είναι σωστά. (Προεκλογικά βέβαια η Ν.Δ υπόσχονταν τα αντίθετα, ότι δηλ. θα παρατείνει τη ζωή των παλιών μονάδων ! Δυστυχώς αυτή είναι η Ελλάδα..). Χρεωκοπία της ΔΕΗ σημαίνει πολλαπλό σοκ, αλλά και υποχρεώσεις ανεξόφλητες στη Δυτ. Μακεδονία με φόντο «κρανίου τόπο». (Το έργο το έχουμε ξαναδεί με την πτώχευση της ΜΑΒΕ το 2000 και τα σπασμένα της που ακόμα πληρώνουμε).
Ο δεύτερος δρόμος επιλέγει να κερδίσει το στοίχημα της μεταλιγνιτικής μετάβασης και είναι επίσης δύσκολος λόγω ανεπαρκούς προετοιμασίας και χρόνου, αλλά έχει φως στο τέλος του τούνελ. Πρέπει επιτέλους να κοιτάξουμε ΜΠΡΟΣΤΑ. Με αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος δεν μπορούμε να πάμε στο μέλλον. Η απολιγνιτοποίηση δεν αντιμετωπίζεται με «διασωλήνωση» του ετοιμοθάνατου λιγνίτη. Χρειαζόμαστε καθαρές λύσεις.
Να ρίξουμε το βάρος στο μεταλιγνιτικό σχεδιασμό, ως πρωταγωνιστές και όχι ως θεατές που περιμένουν τους μάγους με τα μεταλιγνιτικά δώρα. Παράλληλα να μειώσουμε κατά το δυνατόν τις άμεσες τοπικές επιπτώσεις. (Ας μη γελιόμαστε. Εδώ που φτάσαμε, δεν υπάρχει λύση χωρίς κοινωνικό κόστος βραχυπρόθεσμα. Το θέμα είναι να έχει βιωσιμότητα μακροπρόθεσμα).
Στο δια ταύτα:
Πολιτική Συμφωνία για το μεταλιγνιτικό σχεδιασμό. Αναγκαία όσο ποτέ. Όχι στην πόλωση. Είναι ολέθρια. Εξυπηρετεί τα περισσότερα κόμματα, αλλά όχι τον τόπο. Στη Γερμανία επέτυχαν ΕΘΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ για τη μεταλιγνιτική μετάβαση σε χρόνο μηδέν !
Αυτοδιοικητική συμμαχία Περιφέρειας – Ενεργειακών Δήμων
Ξεπερνάμε τα σημεία διαφωνίας (πότε πρέπει να κλείσουν οι μονάδες κλπ) και χτίζουμε τα κοινά μέτωπα που μας ενώνουν. Αυτά αφορούν στη Μεταλιγνιτική μετάβαση και είναι χοντρικά τα εξής:
1) Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιας Μετάβασης
• Ριζική τροποποίηση του Μηχανισμού Μετάβασης (που αδικεί κατάφωρα την Ελλάδα) και γενναία αύξηση των πόρων
• Συμμαχίες με λιγνιτικούς δήμους Ευρώπης και πολιτικές ομάδες. Έγινε μια σημαντική δουλειά από την προηγούμενη δημοτική αρχή, την Green Tank και το WWF. Ας τη συνεχίσουμε.
2) Εθνικό Ταμείο Δίκαιας Μετάβασης
• Αύξηση των πόρων από 6% στο 12%. Όχι στη διασπάθισή του (όπως έγινε με τον Πόρο)
3) Αναπροσανατολισμός ΕΣΠΑ και λοιπών προγραμμάτων και «εκτροπή» μεγάλου μέρους τους στη Μεταλιγνιτική μετάβαση
4) Δέσμευση ΟΛΟΥ του Τοπικού πόρου για τη Μεταλιγνιτική
5) Πολιτική πίεση για διάθεση εθνικών πόρων, που μέχρι στιγμής δεν έχουμε δει.
6) Εθνικό Σχέδιο για Ενέργεια. Μείωση φυσικού αερίου και αύξηση ΑΠΕ & αποθήκευσης
7) Εδάφη ΔΕΗ. Γόρδιος δεσμός που όμως πρέπει να λυθεί ΑΜΕΣΑ. Η δωρεάν επιστροφή των εδαφών στους ΟΤΑ κλπ είναι ονείρωξη πλέον. Προτιμότερη μια συμφωνία ΤΩΡΑ με τη ΔΕΗ, έστω και αν δεν είναι η τέλεια, ώστε να απελευθερωθούν εδάφη και πόροι για να υποδεχτούν μεγάλες επενδύσεις και να δημιουργηθεί ΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ
8) Βασικός παίκτης στη μεταλιγνιτική να είναι και η ΔΕΗ (από τη σχεδίαση ως και τη συμμετοχή σε νέες επιχειρήσεις, δικές της ή μικτές). Η εμπειρία της Γερμανίας δείχνει το δρόμο
9) Διακυβέρνηση. Μέγιστη αντιπροσωπευτικότητα & διαφάνεια στην Εθνική Επιτροπή Μετάβασης και management με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια.
10) Κοινές προτάσεις για επενδύσεις. Ενδεικτικά:
• Θερμική αποθήκευση ενέργειας για μερική χρήση παλιών μονάδων ΔΕΗ
• Αντλησιοταμίευση. Βαρυτική αποθήκευση (πιλοτικά)
• Βιομηχανία κατασκευής ανεμογεννητριών με μέτοχο τη ΔΕΗ
• Εξοικονόμηση ενέργειας, υποδομές ηλεκτροκίνησης, δίκτυα (και φυσ. αέριο)
• Υδρογόνο από ΑΠΕ
• Βιομηχανικός τουρισμός. Ενεργειακές & αρωματικές καλλιέργειες
• Κατάρτιση ανθρώπινου δυναμικού σε πράσινους τομείς. Νέες θέσεις ερευνητών στο πεδίο post-mining
Υπάρχει πεδίο δόξης λαμπρό στον τομέα των νέων τεχνολογιών με κατεύθυνση μια «οικονομία χαμηλού άνθρακα» που δίνει πολλές και βιώσιμες θέσεις εργασίας και υπηρετεί συγχρόνως την παγκόσμια προτεραιότητα για την προστασία του κλίματος.
Πρέπει κάποτε να περάσουμε από την πολιτική της στείρας διαμαρτυρίας στην πολιτική της δημιουργίας
ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΟΖΑΝΗΣ
για τη Μεταλιγνιτική περίοδο και το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Κανείς πλέον δεν αμφισβητεί ότι βασική αιτία για το αδιέξοδο που βιώνει η περιοχή μας ήταν ο λιγνιτικός μονόδρομος. Ο οικολογικός χώρος από το 1990 έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου προτείνοντας μια σταδιακή βιώσιμη στροφή, αλλά –φευ- οι τοπικοί άρχοντες έκλειναν πεισματικά τα αυτιά τους. Σήμερα όλοι τους μιλούν για τη μεταλιγντική περίοδο και ομολογούν ότι ο τόπος μας είναι μετέωρος, χωρίς όμως να αναλαμβάνουν –έστω και αναδρομικά –τις ευθύνες τους.
Ωστόσο η δικαίωση δεν είναι το ζητούμενο, ενώ οι επικρίσεις, παρότι δικαιολογημένες, δεν παράγουν λύσεις. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΡΟΣΤΑ, αν θέλουμε να επιβιώσουμε στη μετά τη ΔΕΗ εποχή και στον ελάχιστο χρόνο που απομένει. Η λύση είναι μια «οικονομία χαμηλού άνθρακα» που υπηρετεί και την παγκόσμια προτεραιότητα για την προστασία του κλίματος. Ο δρόμος είναι δύσκολος, αλλά συγχρόνως αποτελεί τη μοναδική ΕΥΚΑΙΡΙΑ για να χτίσουμε ένα πράσινο και βιώσιμο μέλλον στα πλαίσια της Μεταλιγνιτικής Μεταβάσης
1. Διαχείριση και Συντονισμός της Μεταλιγνιτικής Μετάβασης
Κρίνουμε σκόπιμο να αναφέρουμε καταρχάς ορισμένες καλές πρακτικές και εμπειρίες στον τομέα αυτό από το διεθνή χώρο, πριν προχωρήσουμε στα δικά μας.
1.1 Η εμπειρία της Γερμανίας. Τη διαδικασία αποκατάστασης των ανθρακωρυχείων και μετάβασης σε ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης στο μεν Ρουρ την επωμίστηκε κυρίως η RAG (Ruhrkohle AG), στη δε Λουσατία της Ανατ. Γερμανίας η κρατική LMBV (Lausitz and Middle Germany Mining Administrative Company). Και οι δυο εταιρείες μέχρι τότε είχαν ως αντικείμενο την εξόρυξη – εκμετάλλευση άνθρακα, καθώς και άλλες βιομηχανικές δραστηριότητες. Αυτοί λοιπόν οι «φορείς» που με τον έναν ή άλλον τρόπο εμπλέκονταν στα ορυχεία ανέλαβαν να σχεδιάσουν, να μανατζάρουν και να υλοποιήσουν ένα μακρόχρονο και πολυσύνθετο project, το οποίο δεν περιλάμβανε μόνο την αποκατάσταση αλλά και τη ΜΕΤΑΒΑΣΗ στη μεταλιγνιτική εποχή. Άρα κι εμείς εδώ πρέπει να επιδιώξουμε να μπει ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ η ΔΕΗ στο φορέα ή γενικά το σχήμα που θα υλοποιήσει το σχέδιο μετάβασης, και μάλιστα με ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟ ρόλο, (όχι μόνο τυπικά).
Τα περιβαλλοντικά έργα (διαχείριση νερών και εξυγίανση εδαφών) στη Γερμανία τα ανέλαβαν είτε άλλες εταιρείες (η EVONIK στο Ρουρ- θυγατρική της RAG) είτε η ίδια η LMBV στη Λουσατία. (Στη Λουσατία και γενικά στην Ανατ. Γερμανία δεν γινόταν καμιά αποκατάσταση, οπότε έπρεπε να πέσει πολύ δουλειά και χρήμα για να αποκατασταθεί το κατεστραμμένο ανάγλυφο και το υδάτινο δυναμικό της περιοχής).
Εδώ (στο ΛΚΔΜ και τη Μεγαλόπολη) νομίζουμε ότι δεν χρειάζεται να έλθει άλλη εταιρεία για τα περιβαλλοντικά, δεδομένου ότι: 1) η ΔΕΗ έχει αρκετή εμπειρία στην αποκατάσταση των εξαντλημένων ορυχείων και 2) είναι νομική της υποχρέωση η αποκατάσταση. Φυσικά θα χρειαστεί βοήθεια, καθοδήγηση και χρηματοδότηση εφόσον θα απαιτηθούν ειδικές μορφές αποκατάστασης, ανάλογα με τις χρήσεις γης που θα καθορίσει το Σχέδιο Μεταλιγνιτικής Μετάβασης. Αυτό το καθήκον, εκτός των άλλων, θα δώσει και νέο αντικείμενο (και μερική διέξοδο) στη συνεχώς συρρικνούμενη ΔΕΗ, η οποία μπορεί να αποκτήσει μια ειδίκευση στις αναπλάσεις, τη διαχείριση βιομηχανικής κληρονομιάς, καθώς και στην εξυγίανση ρυπασμένων υπόγειων νερών και εδαφών κλπ. Πιθανόν μάλιστα η ΔΕΗ να κάνει και εξαγωγή αυτής της τεχνογνωσίας παίρνοντας έργα post-mining σε τρίτες χώρες.
1.2 Και στις δυο περιοχές, Ρουρ και Λουσατία, η μετάβαση ξεκίνησε ενώ συνεχιζόταν (και μειωνόταν) η εξόρυξη. Και σε μας πρέπει να γίνει κάτι ανάλογο: Να υπάρξουν παράλληλοι δρόμοι: Ηλεκτροπαραγωγή (φθίνουσα) και συγχρόνως Μετάβαση (με εντατικούς ρυθμούς). Να μην πέσουμε στην «παγίδα» όσων κωλυσιεργούν ή αντιστέκονται στη νέα ενεργειακή πραγματικότητα και υποστηρίζουν ότι «πρέπει να ξεκινήσουμε τη μετάβαση, αφού πρώτα κλείσει και ο τελευταίος ΑΗΣ» (Ζήσε Μάη…). Επίσης σημαντικό είναι να οριστεί έτος λήξης εκμετάλλευσης για κάθε ΑΗΣ και κάθε ορυχείο ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ.
Τέλος πάγια απαίτηση και πίεση πρέπει να υπάρχει ώστε η ΔΕΗ να παραδίδει συνεχώς ΤΕΛΙΚΕΣ επιφάνειες ώστε να ξεκινούν σε αυτές –στο μέτρο του δυνατού – οι νέες δραστηριότητες / επενδύσεις /επιχειρήσεις. Καλύτερα λίγες και τελικές επιφάνειες παρά πολλές & ημιτελείς.
1.3 Ποιο σχήμα θα αναλάβει όλη την ιστορία? Εκτός από τη ΔΕΗ και το κράτος, οι τέσσερις δήμοι, η Περιφέρεια και κάποιος έμπειρος ξένος οίκος (ακόμη και η LBMV ή η RAG, μετά φυσικά από διεθνή πρόσκληση ενδιαφέροντος). Είναι λάθος να το αναλάβει κάποια «καθαρόαιμη» κρατική Α.Ε που θα στηθεί κατά το αποτυχημένο ελληνικό μοντέλο λειτουργίας των κρατικών φορέων. Σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορέσει να κινηθεί στα πρότυπα της γερμανικής κρατικής LBMV που διαχειρίστηκε πάνω από 11 δις. (Άσε που δεν υπάρχουν τα λεφτά στον κρατικό κορβανά για κάτι τέτοιο). Απαιτούνται συνεπώς ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια λειτουργίας, συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων που θα συμπληρώσουν την κοινοτική και κρατική χρηματοδότηση και ανάλογο μάνατζμεντ. Αν ονομάσουμε την νέα εταιρεία π.χ «Μεταλιγνιτική ΑΕ», τότε σε αυτήν πρέπει να συμμετέχουν:
• Το κράτος
• Η ΔΕΗ
• Ιδιώτης επενδυτής ή και διαχειριστής (μάλλον ξένος οίκος). Αν ο διαχειριστής είναι άλλος από τον επενδυτή τότε και θα πρέπει να διαθέτει αποδεδειγμένη εμπειρία και references καλής εκτέλεσης παρόμοιων έργων.
• Οι οικείοι ΟΤΑ (Περιφέρεια και Δήμοι Κοζ -Πτολ -Αμύντ – Φλώρ)
1.4 Όσον αφορά στο κεφάλαιο και την περιουσία της «Μεταλιγνιτικής ΑΕ»:
• Η ΔΕΗ μπορεί να συμμετάσχει με κεφάλαια και εδάφη, ενώ το κράτος και η ιδιωτική εταιρεία με κεφάλαια.
• Οι ΟΤΑ ως αρχικό κεφάλαιο θα βάλουν ένα μέρος του Πόρου, ο οποίος πρέπει να υποστεί -όπως έχουμε προτείνει - άμεση θεσμική αναμόρφωση για το σκοπό αυτό (και όχι μόνο). Πιθανόν ως εγγύηση να χρησιμοποιήσουν ένα μέρος από τα κονδύλια του Εθνικού Ταμείου Δίκαιας Μετάβασης (ανάλογα με την τελική μορφή του).
Τα κοινοτικά κονδύλια ΔΕΝ μπορούν να μπουν σαν αρχικό κεφάλαιο του κράτους ή των δήμων και να ενισχύσουν το μετοχικό μερίδιό τους. Προφανώς τα ευρωπαϊκά αυτά προγράμματα θα χρηματοδοτήσουν ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ PROJECTS που θα τρέξει ο φορέας υλοποίησης, δηλ. η «Μεταλιγνιτική ΑΕ». Επομένως για το τελευταίο «λεφτά υπάρχουν». Στο τρέχον ΕΣΠΑ η απορρόφηση είναι χαμηλή και λιμνάζουν πόροι που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν μεγάλα ώριμα έργα. Το επιβεβαίωσε τόσο ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, αρμόδιος για τα ενεργειακά, κ. Σέφκοβιτς όσο και ο εκπρόσωπός του στο πρόσφατο φόρουμ των δημάρχων στην Κοζάνη. Ομοίως και το επόμενο ΕΣΠΑ πρέπει να εστιάσει στη μεταλιγνιτική πραγματικότητα (βλ. κεφ. 3.3).
Ένα κατακλείδι θα χρειαστεί ένα είδος ΣΔΙΤ με ανάλογο management. Ποιος πρέπει να έχει το πάνω χέρι, ο δημόσιος ή ο ιδιωτικός τομέας ? Δύσκολη η απάντηση. Κλίνουμε προς τον ιδιωτικό τομέα, με δεδομένη τη χρόνια αναξιοπιστία και αντιπαραγωγικότητα του ελληνικού κράτους. Στην περίπτωση όμως που πάρει τον έλεγχο –και το πλειοψηφικό πακέτο- ο ευρύτερος δημόσιος τομέας (κράτος – δήμοι – μικρή ΔΕΗ), τότε ως πρώτο «αντίβαρο» στις νεοελληνικές προχειρότητες, τη διασπάθιση και τα ρουσφέτια θα πρέπει να είναι η θέσπιση ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων. Επίσης χρειάζεται ένας Manager διεθνών περγαμηνών κι ένα Δ.Σ. στελεχωμένο από ανθρώπους δυναμικούς και αυτόφωτους με ανοιχτό μυαλό, που θα λαμβάνουν μεν υπόψη τις ανάγκες και τις πολιτικές των αυτοδιοικητικών εταίρων, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν θα είναι ευάλωτοι σε τοπικιστικές πιέσεις και λαϊκισμούς που συνήθως «κουβαλούν» οι αιρετοί και οι κυβερνητικοί.
Οι παραπάνω σκέψεις για τη Διαχείριση και το Συντονισμό της μεταλιγνιτικής μετάβασης είναι σε αρχικό στάδιο (2018). Προφανώς η τελική μορφή του Φορέα διαχείρισης θα είναι αποτέλεσμα μελέτης και συνεκτίμησης όλων των δεδομένων, καθώς και των εμπειριών από ανάλογες περιπτώσεις στο διεθνή χώρο.
2. Επαναπόδοση εδαφών στους ΟΤΑ
Στη Λουσατία, από ό,τι ξέρουμε, όλα τα απαλλοτριωμένα εδάφη των λιγνιτωρυχείων που ήταν κρατικά μεταβιβάστηκαν στην LMBV. Η τελευταία, αφού τα αποκατέστησε, πούλησε ένα μέρος τους σε ιδιώτες και ένα άλλο μέρος σε δήμους και άλλους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα με χαμηλό τίμημα ή και δωρεάν. Δημιούργησε νέους τουριστικούς κλάδους (βιομηχανικά μουσεία, ναυταθλητισμός, αναρριχήσεις), έτρεξε προγράμματα κατάρτισης και γενικά μέσω αυτών των δραστηριοτήτων δημιούργησε χιλιάδες πράσινες θέσεις εργασίας. Διαχειρίστηκε επίσης το ιδιοκτησιακό των αποκατεστημένων εδαφών.
Στο Ρουρ την ίδια περίπου δουλειά έφερε σε πέρας η RAG με την EVONIK. Από ό,τι γνωρίζουμε πουθενά δεν υπήρξε παραχώρηση εδαφών (μερική ή ολική ) στους δήμους ή στα ομόσπονδα κρατίδια.
Πιστεύουμε λοιπόν ότι και στην περιοχή μας τα εδάφη, (όλα ή ένα μεγάλο μέρος τους), θα πρέπει να μεταβιβαστούν (κατά κυριότητα ή χρήση) στη νέα εταιρεία «Μεταλιγνιτική ΑΕ». Η πλήρης δωρεάν επαναπόδοση των εδαφών στους ΟΤΑ μάλλον είναι όνειρο του παρελθόντος. Προτιμότερο να διεκδικηθεί κάτι ρεαλιστικό δηλ. ορισμένες εκτάσεις δωρεάν και οι υπόλοιπες με χαμηλό τίμημα. Και προφανώς να αξιοποιηθούν με κριτήρια τη βιωσιμότητα, την καινοτομία και τη διαφάνεια. Μερικά από τα νέα «οικόπεδα» των δήμων μπορούν να τα διαχειριστούν οι ίδιοι και να διατεθούν δωρεάν ή φθηνά, κατά χρήση ή και κυριότητα, σε ΚΟΙΝΣΕΠ, ομάδες ανέργων - ακτημόνων ή σε ιδιώτες με κανονικό τίμημα και πάντα με βάση το μακρόχρονο Σχέδιο που αναφέρθηκε πιο πάνω. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί σε πράσινα έργα και υπηρεσίες, σε καινοτόμες καθετοποιημένες επιχειρήσεις, σε δραστηριότητες σχετικές με ΑΠΕ την ηλεκτροκίνηση και τις νέες τεχνολογίες, μοντέρνες θεματικές τουρισμού (βιομηχανικός, νέα τοπία κ.α), υποδομές αναψυχής & αθλητισμού κλπ. Πάντως το ζήτημα της επιστροφής και του ιδιοκτησίας των απαλλοτριωμένων εδαφών των εξοφλημένων ορυχείων πρέπει να λυθεί ΑΜΕΣΑ. Είναι προτιμότερη μια συμφωνία με τη ΔΕΗ άμεσα, έστω και αν δεν είναι η «τέλεια» για τους ΟΤΑ και το κράτος, ώστε να απελευθερωθούν εδάφη και πόροι για να φιλοξενήσουν μεγάλες επενδύσεις και να δημιουργηθεί ΘΕΤΙΚΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟ ΚΛΙΜΑ, παρά η χρονοβόρα αναμονή για «πλήρη και δωρεάν επιστροφή των εδαφών», που μπορεί να σωρεύσει πληθώρα χαμένων ευκαιριών στο .. χρονοντούλαπο. Παράδειγμα είναι ο πολλά υποσχόμενος τομέας της ηλεκτροκίνησης. Μια μεγάλη επένδυση στην Κοζάνη είτε με την Tesla (που αποφάσισε να κάνει δουλειές στην Ελλάδα) είτε με μια αυτοκινητοβιομηχανία (η Renault ετοιμάζει το μεγαλύτερο κέντρο αποθήκευσης μπαταριών στην Ευρώπη) θα ήταν η καλύτερη διαφήμιση για την προσέλκυση και άλλων σοβαρών επιχειρήσεων.
Με την ευκαιρία να σημειώσουμε και κάτι άλλο για τις χρήσεις των νέων εδαφών. Πρέπει από τώρα να αποκλειστούν ιδέες που έχουν ακουστεί κατά καιρούς και θέλουν να μεταβάλλουν τα 165.000 στρέμματα των περιοχών εξόρυξης σε «Θεσσαλικό κάμπο» εντατικής γεωργικής εκμετάλλευσης. Σε μια περιοχή που έχει υποστεί ανεπανόρθωτα πλήγματα (εξαντλημένοι υδροφορείς, καταστροφή της συνέχειας και του ανάγλυφου των εδαφών), τέτοιες λύσεις είναι επικίνδυνες αλλά και ανέφικτες. Τα εδάφη πρέπει να προστατευτούν από φαινόμενα διάβρωσης, αλάτωσης και εξοντωτικής εκμετάλλευσης και να αναταχθούν με αγροπεριβαλλοντικά μέτρα. Το νερό είναι λιγοστό και οι σκέψεις για μεταφορά του από άλλες υδρολογικές λεκάνες με φαραωνικά έργα παραβιάζουν κάθε έννοια ορθολογικής διαχείρισης φυσικών πόρων. Οι λίμνες και τα δάση στα αποκαταστημένα εδάφη (κυρίως με έντονο ανάγλυφο) είναι απαραίτητα για την επανάκτηση της υδατικής αυτοδυναμίας του λεκανοπεδίου, γεγονός που θα διασφαλίσει – σε ένα τμήμα του - και μια βιώσιμη μακροχρόνια γεωργική εκμετάλλευση. Φυσική συνέπεια των παραπάνω είναι και η θέσπιση αυστηρών κανόνων και κριτηρίων για τις εκτάσεις που θα διατεθούν για καλλιέργεια (ορθές γεωργικές πρακτικές με χαμηλή κατανάλωση νερού – λιπασμάτων, αναδιάρθρωση καλλιεργειών, ενίσχυση και στροφή στη βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία).
Προς ενημέρωση των αναγνωστών σημειώνουμε εδώ ότι στην Π.Ε Κοζάνης έχουν διατεθεί στη ΔΕΗ για εκμετάλλευση 210.000 στρέμματα περίπου, από τα οποία ένα σημαντικό μέρος έχει απαλλοτριωθεί και το υπόλοιπο έχει απλώς δεσμευτεί. Η εξορυκτική δραστηριότητα έχει αναπτυχθεί σε μια έκταση 165.000 στρεμμάτων. [σσ. Σύμφωνα με τη ∆ΕΗ (στοιχεία 2015) οι αποκατεστημένες εκτάσεις ανέρχονται στο 27,3% των συνολικών εκτάσεων και έως το 2050 θα φτάσουν το 81% με βάση το σχετικό σχεδιασμό. Εξ αυτών το 45% θα είναι δασικές εκτάσεις, το 46% γεωργικές και το 9% λίμνες. Οι χώροι ειδικών χρήσεων θα αποτελέσουν το 0,8% της τελικής διαμόρφωσης, οι εναπομείνασες εγκαταστάσεις το 0,3%, ενώ οι λοιπές υποδομές το 3,4% στο τέλος της δεκαετίας του 2050].
Είναι προφανές α) ότι σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να αυξηθεί το ποσοστό γεωργικής γης και β) ότι πρέπει να υπάρξει τροποποίηση των σχεδίων αποκατάστασης - χρήσης των εδαφών και προσαρμογή τους με βάση το επιχειρησιακό Σχέδιο της μεταλιγνιτικής περιόδου και τις νέες οικονομικές δραστηριότητες που θα χωροθετηθούν και οι οποίες θα χρειαστούν υποδομές, γήπεδα, δίκτυα κλπ
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να παραμένει στο τραπέζι και να φρεσκάρεται το πάγιο αίτημα για πλήρες και σφικτό χρονοδιάγραμμα αποκατάστασης του συνόλου των εδαφών, με βάση τις νομικές υποχρεώσεις της ΔΕΗ, τις νέες ανάγκες που θα γεννηθούν από το μεταλιγνιτικό Σχέδιο, καθώς και τις διεθνείς τάσεις για τις αναπλάσεις των ανθρακοφόρων περιοχών.
3. Χρηματοδότηση του Μεταλιγνιτικού Σχεδίου
Ποιος θα επωμιστεί το κόστος μετάβασης σε μια οικονομία χαμηλού άνθρακα και θα χρηματοδοτήσει το Μεταλιγνιτικό Σχέδιο ; Στη Λουσατία αποκλειστικός χρηματοδότης ήταν το κράτος που τα πλήρωσε όλα (πάνω από 11 δις). Η εξήγηση μπορεί να αναζητηθεί στις συνθήκες που επικρατούσαν κατά την επανένωση των Γερμανιών και την κατάσταση χρεωκοπίας ή διάλυσης των ανατολικών κρατικών επιχειρήσεων. (Η ανατολικογερμανική κρατική «ΔΕΗ», αν και είχε εκμεταλλευτεί επί δεκαετίες τα τεράστια – και κλειστά πλέον στην πλειονότητά τους - ορυχεία της Λουσατίας, δεν είχε δώσει φράγκο για αποκαταστάσεις).
Εμείς θα πρέπει να επιμείνουμε να καλυφθεί ένα μέρος του Σχεδίου, το μεγαλύτερο, από ευρωπαϊκούς πόρους, και τα υπόλοιπα από το κράτος, τη ΔΕΗ και σε ορισμένες περιπτώσεις από τους ΟΤΑ. Θα ήταν μέγιστο λάθος –και ουτοπία- να ζητήσουμε αποκλειστικά κρατική χρηματοδότηση (από το φορολογούμενο) και να δώσουμε άφεση αμαρτιών στη ΔΕΗ. Η ΔΕΗ είναι ημι-ιδιωτική και συνεπώς και οι ιδιώτες μέτοχοί της πρέπει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους στην περιοχή και να καταβάλουν τα «χρέη τους» από την πολύχρονη δωρεάν εκμετάλλευση του λιγνίτη. Και αν το δούμε από άλλη οπτική γωνία, δεν πρόκειται για «τιμωρία» της ΔΕΗ, αλλά για μια μερική διέξοδο της ίδιας της ΔΕΗ, με τη διατήρηση ενός αριθμού θέσεων εργασίας σε ένα νέο αντικείμενο, τη μεταλιγνιτική μετάβαση.
Ομοίως αυτονόητη είναι η υποχρέωση του κράτους να στηρίξει γενναία τη μετάβαση, κατά ένα σημαντικό μέρος. Το ενεργειακό λεκανοπέδιο πρέπει να αντιμετωπιστεί από την Πολιτεία ως ΠΛΗΓΕΙΣΑ ΠΕΡΙΟΧΗ, η οποία στο βωμό της ηλεκτροδότησης της χώρας απώλεσε ή τραυμάτισε σοβαρά όλους σχεδόν τους φυσικούς της πόρους.
Ο οικολογικός χώρος έχει καταθέσει κατά καιρούς διάφορες προτάσεις για τη χρηματοδότηση της μεταλιγνιτικής περιόδου, οι οποίες εξακολουθούν να ισχύουν με ορισμένες προσθαφαιρέσεις. (π.χ το «τέλος μείωσης λιγνιτικής ισχύος». Παραμένουν όμως ρεαλιστικές οι εξής πηγές χρηματοδότησης:
Πριν τις απαριθμήσουμε να συμφωνήσουμε σε ό,τι ήδη έχει ανακοινωθεί, δηλ τα 150 δις € δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων που αναμένεται να κινητοποιήσει ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης καθώς και τα 40 δις από το Ευρωπαικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (μαζί με το
Next Generation EU).
1. Προφανώς το Εθνικό Ταμείο Δικαίας Μετάβασης (ΕΤΔΜ) που έχει θεσπιστεί για το σκοπό αυτό και προβάλει ως ο μόνος -εθνικός - πόρος αυτή τη στιγμή. Κατά τη γνώμη μας λοιπόν η παλιά πρότασή μας για τη διάθεση εσόδων από τα δικαιώματα εκπομπών CO2 που παίρνει σήμερα σάρκα και οστά μέσω του ΕΤΔΜ είναι το πιο ώριμο ρεαλιστικό και εργαλείο χρηματοδότησης της μεταλιγνιτικής μετάβασης. (Ουσιαστικά πρόκειται για «επιστροφή» ενός μέρους του «εξωτερικού κόστους», το οποίο διεκδικούμε εδώ και 20 χρόνια ως οικολογικός χώρος).
Προφανώς το ποσόν από το ΕΤΔΜ δεν καλύπτει τις τεράστιες ανάγκες για το μεταλιγνιτκό άλμα, αλλά είναι μια πρώτη «μαγιά». Πρέπει σύμπασα η περιοχή να πιέσει ώστε το ποσοστό από τα έσοδα των εκπομπών CO2 που αναλογεί στο ΕΤΔΜ να ανεβεί από το 6% στο 12 % ΤΩΡΑ.
2. Δεύτερη πηγή χρηματοδότησης πρέπει να είναι ο Πόρος (ΕΑΠ). Το θεσμικό πλαίσιο του Τοπικού Πόρου πρέπει να αναμορφωθεί πλήρως και τα 2/3 να δεσμευτούν και να διοχετευτούν στη μεταλιγντική περίοδο. Η τρέχουσα λογική του κατακερματισμού του Πόρου σε μικρά έργα και δράσεις είναι ολέθρια. Δημιουργεί ελάχιστες και προσωρινές θέσεις εργασίας (οδοποιία, επισκευές), δεν παράγει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και συντηρεί ένα παλιομοδίτικο παραγωγικό μοντέλο. Επιμένουμε ότι η άμεση και οργανική σύνδεση του Πόρου με τη μεταλιγνιτική περίοδο είναι ένα πολύ κρίσιμο σημείο. Το ΕΤΔΜ και ο Πόρος οφείλουν να αντιμετωπιστούν με ενιαίο και συντονισμένο τρόπο, ως συμπληρωματικά εργαλεία του ίδιου στόχου που λέγεται πράσινη μεταλγινιτική μετάβαση. Θα χρειαστεί ακόμη και κοινό μάνατζμεντ (παρά τα εμπόδια του θεσμικού πλαισίου), ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα επικαλύψεων και διασπάθισης. Δεν περισσεύει πλέον ούτε ένα ευρώ για παραγοντισμούς και «έκτακτες ανάγκες». ΛΕΦΤΑ για ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΓΑ κι όχι για λακκούβες.
3. Οι παλιές και νέες ευρωπαϊκές πηγές χρηματοδότησης και ειδικά το νέο ΕΣΠΑ, το οποίο οφείλει να προσαρμοστεί στην καινούρια πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι φθίνουσες ανθρακοπαραγωγές περιφέρειες Πρέπει να υπάρχει ξεχωριστός άξονας για το σχέδιο μετάβασης και να απορροφά μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης.
Επειδή η ανάταξη ανθρακοφόρων και γενικά αποβιομηχανοποιημένων περιοχών εμπίπτει στις προτεραιότητες του Ευρωπαϊκού Ταμείου Συνοχής υπάρχουν πολλές ευκαιρίες ν’ αντληθούν πόροι για το Μεταλιγνιτικό Σχέδιο. Οι δυνατότητες αυτές χρηματοδότησης από ευρωπαϊκούς πόρους αναφέρονται στις σχετικές μελέτες του WWF Ελλάς, που πρωτοπορεί στα θέματα αυτά σε όλη την Ευρώπη.
Επίσης οι Ευρωπαίοι Πράσινοι (Ska Keller) προτείνουν καλύτερη αξιοποίηση των κονδυλίων European Structural and Investment Funds (ESI Funds) σε πρόσφατο report του 2017 με τίτλο “Phasing-out Coal, Reinventing European Regions”. Προφανώς εδώ δεν χωρούν άλλα λάθη, όπως η πρόσφατη χρηματοδότηση έρευνας σχετικής με τη δέσμευση και υπόγεια αποθήκευση του CO2, ύψους 10 εκ €. Δεν μπορεί να διοχετεύονται τέτοια ποσά σε αμφιλεγόμενες έρευνες, τη στιγμή που ώριμα προγράμματα όπως το «Εξοικονομώ» δεν είχαν κονδύλια να καλύψουν τις αιτήσεις που υποβλήθηκαν.
4. Το τέλος δικαιωμάτων εκμετάλλευσης λιγνίτη (royalties). Πρέπει να ξαναδούμε με ποιον τρόπο μπορεί να διεκδικηθεί αυτή η δυνητική πηγή χρηματοδότησης. Το 2012 είχε θεσμοθετηθεί «ως ειδικός φόρος κατανάλωσης», αλλά ήταν πολύ υποτιμημένος (0,3 € / GJ) με αποτέλεσμα τα έσοδα από την είσπραξή του να είναι πενιχρά. Μετά από μερικούς μήνες, λόγω ισχυρών αντιδράσεων της ΔΕΗ και όλων των κομμάτων ο φόρος αυτός καταργήθηκε. Σήμερα η διεκδίκησή του είναι πολύ δυσκολότερη. Όχι μόνο διότι στη ΔΕΗ «το ταμείον είναι μείον», όχι μόνο διότι οι υποψήφιοι αγοραστές των φιλέτων της ΔΕΗ θέλουν το κάρβουνο σχεδόν τζάμπα («λιγνίτης duty free»), αλλά και γιατί ο πρόσφατος νόμος 4533/2018 για την πώληση της ΔΕΗ ενταφιάζει τα «δικαιώματα εκμετάλλευσης». Πράγματι στο άρθρο 7 υιοθετείται μια νέα ορολογία που ουσιαστικά υπονοεί ότι ο Πόρος περιλαμβάνει και τα «δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης λιγνίτη», κλείνοντας έτσι κάθε παράθυρο για τη διεκδίκησή τους. Αυτό πέρασε στο ντούκου χωρίς κανείς να αντιδράσει -εξ αμελείας ή εκ προθέσεως– στις παγίδες της νέας διατύπωσης. ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ ? Οκτωβ 2018.
5. Τα κρατικά κονδύλια του περιβαλλοντικού τιμολογίου (περίπου 18-20 εκ €/ έτος). Επιμένουμε ότι η έκπτωση στους λογαριασμούς του ρεύματος είναι λάθος κίνηση. Το μέτρο πρέπει να ανακληθεί και τα 20 εκ €/ έτος είτε να ενταχτούν στη μεταλιγνιτική μετάβαση είτε να διατεθούν ΑΜΕΣΑ στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ» όπου εκκρεμούν πολλές, μη χρηματοδοτούμενες αιτήσεις, δημιουργώντας ΑΜΕΣΑ νέες θέσεις εργασίας.
6. Τέλος «σταθερές αξίες» παραμένουν η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και η Παγκόσμια Τράπεζα, που είναι διατεθειμένες να χρηματοδοτήσουν μεγάλα έργα, με τον όρο της πλήρους τεκμηρίωσης.
4. Οι Ενεργειακοί δήμοι η Περιφέρεια και το ΕΤΔΜ
Προφανώς όλοι οι ΟΤΑ, Δήμοι και Περιφέρεια, επωμίζονται σημαντικό ρόλο και νέες ευθύνες. Γι’ αυτό πρέπει να προσαρμόσουν τις δομές τους στις νέες ανάγκες. Και κυρίως να αλλάξουν προσανατολισμό και νοοτροπία, όπως προσπαθεί η Κοζάνη. Δεν μπορεί η μετάβαση να είναι ψευδεπίγραφη και «γκρίζα» δηλ. εμμονή στο λεγόμενο «καθαρό» λιγνίτη, πασπαλισμένον με .. ολίγον ΑΠΕ. Με αποτυχημένες συνταγές του παρελθόντος δεν μπορεί να πάμε στο μέλλον.
Είναι φυσικό να υπάρχουν διαφωνίες για το μίγμα και το είδος επενδύσεων που πρέπει να χρηματοδοτηθούν. Όμως σήμερα υπάρχει μια βάση και με αυτή μπορούμε να ξεκινήσουμε: είναι οι 6 άξονες που καθορίζονται στο κείμενο διαβούλευσης του Υπουργείου για το ΕΤΔΜ. Οι άξονες είναι συνοπτικά οι εξής:
1. Ανάπτυξη καθαρών μορφών ενέργειας
2. Εξοικονόμησή ενέργειας
3. Ενεργειακές & αρωματικές καλλιέργειες, τηλεθέρμανση με βιομάζα, κυκλική οικονομία κλπ
4. Βιομηχανική κληρονομιά
5. Κίνητρα στήριξης – κατάρτισης των εργαζομένων σε πράσινους τομείς (αγροδιατροφικό, ενεργειακό, οικο-τουριστικό κλπ)
6. Προγράμματα επιχειρηματικότητας & καινοτομίας στα παραπάνω πεδία
Είναι σαφές ότι οι άξονες αυτοί έχουν έναν κοινό παρονομαστή: Δομική διαφοροποίηση της οικονομίας σε πράσινη κατεύθυνση (και συνεπώς «ΟΧΙ ΑΛΛΟ ΚΑΡΒΟΥΝΟ»).
Σχετικά με το θεσμικό πλαίσιο του Ταμείου (ΕΤΔΜ) έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορες απόψεις. Η Οικολογική Κίνηση υιοθετεί σε μεγάλο βαθμό την προσέγγιση του WWF, γι’ αυτό δεν θα κουράσουμε επαναλαμβάνοντας τα ίδια πράγματα. Θα τονίσουμε μόνο τρία σημεία:
1) Τα 20 εκ. / έτος υπέρ του ΕΤΔΜ είναι λίγα. Η Κυβέρνηση από τον ίδιο πόρο δίνει οχταπλάσια ποσά στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και στις ενεργοβόρες βιομηχανίες ! Οι λιγνιτικές περιοχές που είναι με την πλάτη στον τοίχο παίρνουν μόνο το 6 %. Υπάρχουν περιθώρια – και πρέπει να πιέσουμε – ώστε το νούμερο αυτό να ανεβεί στο 12 %.
2) Οι έξι άξονες προτεραιότητας του ΕΤΔΜ δεν πρέπει να αλλάζουν κάθε τόσο (και άρα να είναι ευάλωτες στις «ορέξεις» των τοπικών αρχόντων). Χρειαζόμαστε σταθερό και βιώσιμο αναπτυξιακό προσανατολισμό. Το ΕΤΔΜ έγινε για τις επόμενες γενιές κι όχι για τις επόμενες εκλογές. Έχουμε πικρή εμπειρία από τον εκτροχιασμό του Τοπικού Πόρου. Να μη δούμε ξανά το ίδιο έργο με το ΕΤΔΜ.
3) Σχετικό με το προηγούμενο είναι και το μάνατζμεντ. Πιστεύουμε στην ενιαία διαχείριση όλων των κονδυλίων που αφορούν στη μεταλιγνιτική μετάβαση, με συμμετοχή Αυτοδιοίκησης, κράτους, ΔΕΗ και ιδιωτών (βλ. κεφ. 1 του παρόντος περί «Μεταλιγνιτικής ΑΕ»). Για αυτό κλίνουμε προς την πρόταση του WWF σχετικά με τη διαχείριση του ΕΤΔΜ, η οποία «πατά» κυρίως στις τοπικές δυνάμεις και στο αρμόδιο υπουργείο. Και προφανώς δεν συμφωνούμε να ανατεθεί το μάνατζμεντ του ΕΤΔΜ στο Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης, διότι αυτό α) οδηγεί στη μονομερή εξάρτηση του ΕΤΔΜ από τον Περιφερειάρχη και β) είναι αντίθετο στο νόμο 4369 /2016, άρθρο 50 περί κατανομής των εσόδων CO2, ο οποίος ορίζει ότι ο φορέας διαχείρισής τους ΕΠΟΠΤΕΥΕΤΑΙ από το Υ.Π.ΕΝ.)
Ένα άλλο καθήκον των Ενεργειακών Δήμων είναι να χτίσουν συνεργασίες με ευρωπαϊκούς ΟΤΑ, Οργανισμούς και Δίκτυα που θα διευκολύνουν την υλοποίηση του σχεδιασμού. Ήδη ο Δήμος Κοζάνης πρωτοστατεί από το 2016 σε δικτυώσεις και ανάλογες ενέργειες, αλλά οφείλει να μπει και σε άλλα δίκτυα, όπως το Σύμφωνο Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή κ.α. Τα δίκτυα συμβάλλουν στη μεταφορά γνώσης και τεχνογνωσίας, ενισχύουν την καινοτομία, δίνουν καλύτερες δυνατότητες πρόσβασης σε ευρωπαϊκούς πόρους, επιτυγχάνουν οικονομίες κλίμακας κλπ. Το γνωστό «Coal Regions in Transition Platform» κινείται σε μια τέτοια κατεύθυνση, επιχειρώντας να στηρίξει, κυρίως σε επίπεδο τεχνικής βοήθειας, τη μετάβαση 41 ανθρακο-παραγωγών περιοχών της Ευρώπης σε οικονομίες χαμηλού άνθρακα.
Επιπλέον οι συμμαχίες αυτές των ευρωπαϊκών δήμων και περιφερειών μπορούν να πιέσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία σπεύδει βραδέως στο πρόβλημα των ανθρακο-παραγωγών περιοχών. Ολιγωρεί, αργεί ή απλά παραπέμπει στα εθνικά EΣΠΑ και στο coal platform. Θέλουμε ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΥΡΩΠΗ για τη μεταλιγνιτική περίοδο.
5. Συνεργασία με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Στη διαδικασία απεξάρτησης από τον άνθρακα στη Γερμανία σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα συνδικάτα. Αυτό είναι κοινή διαπίστωση και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Κάθισαν στο ίδιο τραπέζι με όλους τους εμπλεκομένους και συνέβαλαν ώστε η μετάβαση να είναι «κοινωνικά αποδεκτή». Επέδειξαν σοβαρότητα και υπευθυνότητα και συμφώνησαν στη λήξη της εκμετάλλευσης λιθάνθρακα, κυρίως διότι ήταν ασύμφορη και επιδοτούνταν από τον κρατικό κορβανά, ο οποίος κάλυπτε μια σειρά παράπλευρα κόστη, όπως οι αντλήσεις νερών από τα ορυχεία εφ’ όρου ζωής ! (150.000.000 € / έτος). Έγραψαν λοιπόν ΤΕΛΟΣ στην εξόρυξη ΛΙΘΑΝΘΡΑΚΑ το 2018, παρότι υπήρχαν ακόμη βεβαιωμένα αποθέματα για 200 ? περίπου έτη. Μια τέτοια απόφαση δύσκολα θα «περνούσε» από τα συνδικάτα, αν δεν έπεφτε άφθονο γερμανικό χρήμα για πρόωρες συντάξεις κλπ. Η RAG και γενικά η Πολιτεία φρόντισαν να βρουν δουλειά οι νέοι εργαζόμενοι των ορυχείων σε άλλους τομείς και ανέλαβαν ένα μέρος του κόστους της πρόωρης συνταξιοδότησης των παλιών. (Το υπόλοιπο κόστος επωμίστηκαν τα ασφαλιστικά ταμεία). Έτσι υλοποιήθηκε πλήρως ο στόχος «ούτε ένας από τους 80.000 εργαζόμενους των ορυχείων λιθάνθρακα να μην μείνει χωρίς δουλειά ή χωρίς πρόωρη σύνταξη».) Για το γερμανικό κράτος ήταν μια καλή λύση, αφού το κόστος αποζημιώσεων, συντάξεων κλπ ήταν μικρότερο από το κόστος επιδότησης των ορυχείων λιθάνθρακα.
Στη δική μας περίπτωση τα πράγματα είναι πολύ δυσκολότερα. Το κράτος δεν μπορεί να επωμιστεί το κόστος αποκατάστασης των εργαζομένων. Όμως το ευτύχημα είναι ότι οι υπάλληλοι της ΔΕΗ σε μεγάλο ποσοστό είναι μεγάλης ηλικίας και πλησιάζουν στη σύνταξη. Οι νεότεροι (που θα χρειαστεί να μετακινηθούν σε άλλες θέσεις εργασίας εκτός ΔΕΗ) είναι μειοψηφία και δεν αποτελούν πολύ σοβαρό πρόβλημα. Το μεγάλο πρόβλημα εδώ είναι οι άνεργοι, οι μαύρες τρύπες στην απασχόληση που θα αφήσει πίσω της η ΔΕΗ φεύγοντας. Τι θα κάνει ο νέος κόσμος της περιοχής όταν η ανεργία είναι ήδη 25-30% . [Στη Γερμανία ήταν 5%, γι’ αυτό και απορροφήθηκαν όλοι οι νέοι εργαζόμενοι που αποχώρησαν από τη γερμανική ΔΕΗ (RAG)].
Εκ των ων ουκ άνευ λοιπόν η ανάγκη να προχωρήσει τάχιστα η μεταλιγνιτική μετάβαση και να δημιουργηθούν νέες και βιώσιμες θέσεις εργασίας. Η σχετική διαβούλευση - που παρά τα θετικά της καθυστερεί και βραχυκυκλώνεται - πρέπει να έχει ημερομηνία λήξης (π.χ μέχρι τον Ιούνιο του 2019). Χρειαζόμαστε αποφάσεις και σταθερά βήματα κι όχι ατέρμονες συζητήσεις. Αυτό πρέπει να είναι το πνεύμα του κοινού τραπεζιού στο οποίο πρέπει να καθίσουν το συντομότερο δυνατόν η ΔΕΗ, η Κυβέρνηση, η Αυτοδιοίκηση και η ΓΕΝΟΠ. Και να μη σηκωθούν αν δεν δρομολογήσουν ΛΥΣΗ.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ. Οι ανθρακοπαραγωγές περιοχές είναι με την πλάτη στον τοίχο. Μπορούμε όμως, έστω και την ύστατη ώρα, να δούμε την κατάρρευση του λιγνιτικού μοντέλου ηλεκτροπαραγωγής ως ΕΥΚΑΙΡΙΑ για να χτίσουμε ένα πράσινο μέλλον. Από μας εξαρτάται.
Οικολογική Κίνηση Κοζάνης
Πηγές
• Κείμενο διαβούλευσης του Υ.Π.ΕΝ. για το ΕΤΔΜ.
• Ανακοίνωση του WWF, για το ΕΤΔΜ
• Θέσεις του ΤΕΕ / ΔΜ για το ΕΤΔΜ
• Σχετικές μελέτες του WWF ΕΛΛΑΣ για τη μεταλιγνιτική μετάβαση
• “Phasing-out Coal, Reinventing European Regions” 2018, by the Greens/EFA Group in the European Parliament and supervised by MEPs Ska Keller and Bas Eickhout
Γενικά Σχόλια
Είναι σημαντικό το γεγονός ότι ο Δήμος Κοζάνης συμμετέχει ενεργά στη διαβούλευση για την επόμενη μέρα, μετά τον λιγνίτη, για την πόλη και την ευρύτερη περιοχή παρουσιάζοντας ένα όραμα για την πόλη της Κοζάνης για το 2030. Είναι πολύ θετικό να ξεκινάει κανείς ξέροντας που στοχεύει. Ο ορίζοντας μάλιστα του σχεδιασμού για τη μεταλιγνιτική περίοδο ξεπερνά τα όρια μιας προγραμματικής περιόδου και ενός ΕΣΠΑ. Αφορά έναν σχεδιασμό για τα επόμενα 30 χρόνια για την πραγματική ανακατεύθυνση της παραγωγής και της κατανάλωσης του ενεργειακού κέντρου της χώρα.
Τα προβλήματα της Κοζάνης αλλά και οι επιδιώξεις για το επόμενο διάστημα είναι αναμενόμενο, έως έναν βαθμό, να προσομοιάζουν με τα προβλήματα όλων των ελληνικών πόλεων. Οι διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού κράτους και οι δομικές του αδυναμίες, προφανώς επηρεάζουν αρνητικά και τον Δήμο Κοζάνης και ευθύνονται για αρκετά από τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει, όπως για παράδειγμα οι δομές υγείας, τα σχολεία, οι πολιτιστικές και αθλητικές εγκαταστάσεις κά. Ειδικότερα υπό το βάρος του τερματισμού της κυρίαρχης οικονομικής δραστηριότητας, της εξόρυξης λιγνίτη και της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής, τα προβλήματα αυτά δείχνουν ανυπέρβλητα.
Η πρόκληση όμως με την οποία οφείλει να αναμετρηθεί η Δημοτική Αρχή της Κοζάνης, αλλά και οι υπόλοιποι λιγνιτκοί Δήμοι, είναι η ιεράρχηση, η συγκεκριμενοποίηση και η ποσοτικοποίηση των προτάσεων για την επόμενη μέρα. Οι δυνατότητες της περιοχής είναι αρκετές, αλλά στην φάση της κατάρτισης των Σχεδίων Δίκαιης Μετάβασης, είναι αναγκαίο, μέσα από το συνολικότερο όραμα για την πόλη, να καταγραφούν συγκεκριμένες δραστηριότητες που μπορούν να αλλάξουν το παραγωγικό μοντέλο της περιοχής ενώ παράλληλα θα πρέπει να αποτυπώνεται η δέσμευση της τοπικής κοινωνίας στην καθαρή και δίκαιη ενεργειακή μετάβαση.
Παράλληλα, θεωρούμε πολύ θετική την πρωτοβουλία του Δήμου να θέσει σε διαβούλευση το όραμα και τις προτάσεις του, ώστε το τελικό κείμενο να διαμορφωθεί με την ενσωμάτωση των καλύτερων προτάσεων από τους εμπλεκόμενους φορείς και τους πολίτες. Αυτή την προσέγγιση θα πρέπει ο Δήμος Κοζάνης να διεκδικήσει και συνολικά για τον σχεδιασμό της μεταλιγνιτικής εποχής. Αν και οι διαδικασίες δια ζώσης διαβούλευσης λόγω της πανδημίας είναι περιορισμένες, ο Δήμος Κοζάνης θα πρέπει να σκεφτεί τρόπους πιο άμεσου διαλόγου και διάδρασης με την ενεργό συμμετοχή των ενδιαφερόμενων εμπλεκόμενων φορέων και πολιτών.
Επιπλέον η προτεινόμενη στρατηγική του δήμου Κοζάνης (που παρουσιάζεται στην ενότητα 5) περιλαμβάνει διάφορες αξιόλογες ιδέες. Ωστόσο απουσιάζουν δύο πολύ βασικά στοιχεία: Η ιεράρχηση προτεραιοτήτων και η «μετάφρασή» τους σε θέσεις εργασίας και τοπικά προστιθέμενη αξία. Οι επαγγελματικοί και επιστημονικοί φορείς της Δυτικής Μακεδονίας (ΑΝΚΟ, ΤΕΕ Δ. Μακεδιονίας, ΕΚΕΤΑ) αλλά και οι ΜΚΟ έχουν αναπτύξει εξαιρετικά υπολογιστικά εργαλεία που μπορούν να αναλύσουν συγκεκριμένα σενάρια ποσοτικά αν τους δοθούν σαφείς οδηγίες για συγκεκριμένες οικονομικές δραστηριότητες. Προτείνουμε στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα ο δήμος Κοζάνης πρώτα από όλα να επιλέξει 5 κεντρικές οικονομικές δραστηριότητες που θεωρεί ότι θα είναι το μέλλον της περιοχής, αντί να παραθέτει το σύνολο των πιθανών ή υποψηφίων επιλογών, και να ζητήσει από τους φορείς την ποσοτική τους ανάλυση. Μόνο τέτοιου είδους προτάσεις άλλωστε μπορούν να συμπεριληφθούν στα Εδαφικά Σχέδια Μετάβασης τα οποία απαιτούνται για την εκταμίευση πόρων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.
Ειδικότερα σχόλια
1. Η περιγραφή στην εισαγωγή της εξέλιξης του ενεργειακού μίγματος της χώρας είναι ελλιπής. Συγκεκριμένα περιγράφεται μόνο η μείωση του λιγνίτη και η αύξηση του ορυκτού αερίου χωρίς καθόλου να αναφέρεται η παράλληλη αύξηση των ΑΠΕ. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, το πρώτο πεντάμηνο του 2020 οι ΑΠΕ –και όχι το ορυκτό αέριο- παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη αύξηση σε σχέση με το 2019, ενώ σε απόλυτες τιμές, ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά είναι υπεύθυνα για το 46,4% της ηλεκτροπαραγωγής, μόλις 3,7% πίσω από το ορυκτό αέριο. Δεν είναι σωστό λοιπόν να παρουσιάζεται η πτώση του λιγνίτη ως συνέπεια μόνο της αύξησης του ορυκτού αερίου. Αντιθέτως, δημιουργείται η λανθασμένη εντύπωση ότι ο λιγνίτης μειώθηκε με στόχο να αυξηθεί το ορυκτό αέριο. Δεν είναι αληθές αυτό. Το ενεργειακό μίγμα προσδιορίζεται με όρους αγοράς. Ο λιγνίτης μειώθηκε γιατί έχασε σε ανταγωνιστικότητα λόγω των καταιγιστικών αλλαγών στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία την τελευταία δεκαετία σε συνδυασμό με την πτώση των τιμών του ορυκτού αερίου και την κατακόρυφη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ΑΠΕ. Εδώ και καιρό στην Ελλάδα οι νέες ΑΠΕ είναι φθηνότερες ακόμα και από υφιστάμενες λιγνιτικές μονάδες που έχουν αποσβέσει το κόστος εγκατάστασής τους. Παράλληλα ο ελληνικός λιγνίτης είναι ο χειρότερος σε ποιότητα στην Ευρώπη και επομένως ο περισσότερο ευάλωτος συγκριτικά σε οποιαδήποτε αλλαγή με οικονομικό πρόσημο.
2. Η περιγραφή της οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η Δυτική Μακεδονία είναι ακριβής. Σύμφωνα μάλιστα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, σε επίπεδο NUTS-2 η ΠΔΜ έχει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας ανάμεσα στις 96 περιοχές της ΕΕ-27 που είτε εξορύσσεται λιγνίτης ή λιθάνθρακας, είτε καίγεται λιθάνθρακας,. Αυτό που λείπει όμως από το κείμενο, είναι η οποιαδήποτε αναφορά στην αναμφισβήτητη συνεισφορά που είχε η μονοκαλλιέργεια λιγνίτη τόσων δεκαετιών στην τόσο εκτεταμένη εξάρτηση της τοπικής οικονομίας από τον λιγνίτη και εν τέλει στη σημερινή δύσκολη πραγματικότητα. Αντίθετα στο κείμενο η σημερινή κατάσταση της τοπικής οικονομίας λειτουργεί σαν άλλοθι για να στηρίξει το αίτημα για παράταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων. Αυτή η πρόταση αποτελεί λογικό άτοπο δεδομένου του αναντίστρεπτου οικονομικού αδιεξόδου στο οποίο έχει περιέλθει ο λιγνίτης ειδικά στην Ελλάδα. Συνεπώς το αίτημα (σελίδα 27) για «την πλήρη αναθεώρηση του χρονικού ορίζοντα απόσυρσης όσων λιγνιτικών μονάδων πληρούν τα κριτήρια της νομοθεσίας για τη συνέχιση των ωρών λειτουργίας τους» δεν είναι ρεαλιστικό και ούτε ταιριάζει σε ένα κείμενο που θεωρητικά επικεντρώνεται στην επόμενη μέρα για την Κοζάνη και τη Δυτική Μακεδονία.
3. Η πρόταση για «εκπόνηση ειδικότερης μελέτης κοινωνικών και εργασιακών επιπτώσεων» (σελ. 19) είναι όχι μόνο ορθή αλλά και επιβεβλημένη, καθώς επιβάλλεται και από τον νέο -υπό διαπραγμάτευση ακόμα- ευρωπαϊκό Κανονισμό για το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης ως απαραίτητο συστατικό των Εδαφικών Σχεδίων Μετάβασης, τα οποία με τη σειρά τους αποτελούν προϋπόθεση για την εκταμίευση πόρων του Ταμείου.
4. Σχετικά με το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης λιγνιτικών μονάδων (σελ. 19) είναι προφανές ότι είναι ασφυκτικό και δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί με το χρονοδιάγραμμα μετάβασης που θα διαρκέσει τουλάχιστον μια 20ετία, όπως συνέβη σε άλλες περιοχές στην Ευρώπη. Όμως πρέπει να καταστεί σαφές ότι η συνέχιση της λειτουργίας λιγνιτικών μονάδων δεν μπορεί να αποτελέσει λύση για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Η δε συζήτηση για το ποιος έφταιξε που η Δ. Μακεδονία σε αυτό το σημείο μπορεί να είναι ενδιαφέρουσα αλλά διόλου εποικοδομητική στο σημείο το οποίο βρισκόμαστε, όπου υπάρχει πρωτοφανές ενδιαφέρον τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι για την επόμενη μέρα των λιγνιτικών περιοχών. Αν ο δημόσιος διάλογος τοπικά παραμείνει εσωστρεφής, θα χαθεί μια μοναδική ευκαιρία για την περιοχή να επανασχεδιάσει με όρους βιωσιμότητα το μέλλον της και να εξασφαλίσει πόρους για την υλοποίηση του σχεδίου.
5. Η τηλεθέρμανση (σελίδες 20-21), για πολλά χρόνια λειτούργησε ως άλλοθι για την παράταση της λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων. Από το 2015 κι έπειτα είχαμε διαδοχικά αιτήματα παράτασης λειτουργίας της Πτολεμαΐδας ΙΙΙ, του Αμυνταίου Ι-ΙΙ και της Καρδιάς ΙΙΙ-IV με κεντρικό επιχείρημα την κάλυψης των αναγκών τηλεθέρμανσης. Η χώρα μας μάλιστα πέρυσι δέχτηκε προειδοποιητική επιστολή για την αλα καρτ ερμηνεία της οδηγίας βιομηχανικών εκπομπών που επέκτεινε -καταφανώς παρανόμως- τις ώρες λειτουργίας σε Καρδιά και Αμύνταιο από 17.500 σε 32.000, ενώ πρόσφατα έλαβε και αιτιολογημένη γνώμη, ένα βήμα δηλαδή πριν την παραπομπή στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια.
Αν κάτι λοιπόν θα έπρεπε να είχε γίνει κτήμα και βίωμα όλων είναι ότι το ζήτημα της θέρμανσης των λιγνιτικών περιοχών πρέπει να προχωρήσει με όχημα τη μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα. Η εξάρτηση από κεντρικά συστήματα τηλεθέρμανσης που βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα στερείται αυτού του χαρακτηριστικού. Αντίθετα οι λύσεις που βασίζονται στο ορυκτό αέριο δημιουργούν πολύ σοβαρά ερωτηματικά σχετικά με τη συμβατότητά τους με το ΕΣΕΚ, την πηγή χρηματοδότησής τους, και την πιθανή επιβάρυνση των ΑΠΕ δεδομένου ότι η νέα μονάδα ΣΗΘΥΑ θα αποζημιώνεται από τον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ, που ως γνωστόν παρουσιάζει διαχρονικά προβλήματα σε σχέση με τα ελλείμματά του. Αν κανείς λάβει υπόψη το γεγονός ότι ήδη οι χρηματοδοτικές πηγές για μονάδες ορυκτού αερίου στερεύουν και η ευρωπαϊκή κλιματική πολιτική εξαιρεί τέτοιες επενδύσεις από τις λίστες βιώσιμων επενδύσεων (sustainable taxonomy), πόσο ασφαλές για το μέλλον της περιοχής είμαι θέρμανσή της να στηρίζεται αποκλειστικά σε μια τέτοια υποδομή; Η Κοζάνη και οι άλλες πόλεις στη Δυτική Μακεδονία θα πρέπει να σκεφτούν πολύ σοβαρά πριν δεσμεύσουν σημαντικούς πόρους σε μια λύση με περιορισμένο ορίζοντα ζωής και χωρίς να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα εύκολης και ανέξοδης μετατροπής της στο εγγύς μέλλον σε καθαρό καύσιμο (πχ πράσινο υδρογόνο).
Επιπλέον, παράλληλα με τις προσωρινές λύσεις, πρέπει να δοθούν κίνητρα σε πολίτες να εγκαταστήσουν συστήματα θέρμανσης που στηρίζονται σε ΑΠΕ. Προπάντων όμως οι μακροχρόνια βιώσιμες λύσεις στο κομβικό ζήτημα της θέρμανσης στη Δυτική Μακεδονία θα πρέπει να έχουν την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια στο επίκεντρο λόγω της πολύ κακής ενεργειακής κατάστασης του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος στη Δυτική Μακεδονία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ποσοστό 71,4%, από τα 32.072 κτίρια της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας που έχουν Πιστοποιητικά Ενεργειακής Απόδοσης (ΠΕΑ), βρίσκονται στη χειρότερη ενεργειακή κλάση Η, πράγμα που αποτελεί ενδεικτικό των τεράστιων δυνατοτήτων για εξοικονόμηση ενέργειας που έχει το κτιριακό απόθεμα στη Δ. Μακεδονία. Αν δε αυτό συνδυαστεί με τους πολύ σημαντικούς πολλαπλασιαστές σε θέσεις εργασίας και τοπικά προστιθέμενη αξία από την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την εξοικονόμηση ενέργειας, προκύπτει ότι η επένδυση σε αυτόν τον κλάδο μπορεί και πρέπει να αποτελέσει κεντρικό πυλώνα για την επόμενη μέρα της περιοχής.
Τέλος, είναι τουλάχιστον οξύμωρο στην ενότητα 4.1.11 (σελ. 37) να αναφέρεται η «προκαταρκτική μελέτη για την αναβάθμιση και επέκταση της εγκατάστασης τηλεθέρμανσης Κοζάνης με εναλλακτικές πηγές ενέργειας» ενώ το βασικό αίτημα του δήμου να είναι η εγκατάσταση κεντρικού συστήματος ορυκτού αερίου το οποίο μάλιστα παρουσιάζεται ως μονόδρομος.
6. Σε ό,τι αφορά τις πηγές χρηματοδότησης της μετάβασης (σελ. 21-25) το κείμενο χρειάζεται αναθεώρηση. Καταρχάς από τον Μάιο του 2020 έχει αυξηθεί σημαντικά το ποσό το οποίο αναλογεί στην Ελλάδα. Συμφωνούμε ότι ακόμα και αυτό (€1,724 δις) δεν είναι αρκετό, ειδικά αν τμήμα του διατεθεί και για τη μετάβαση των νησιών, αλλά η μάχη για την αλλαγή των κριτηρίων είναι πολυεπίπεδη και δεν δίνεται μόνο από τον Δήμο Κοζάνης όπως πολύ ατυχώς αναφέρεται στο κείμενο: «προτάθηκαν τροπολογίες, η πλειονότητα των οποίων αποτελούσε προηγούμενο αίτημα του Δήμου Κοζάνης προς τα αρμόδια Ευρωπαϊκά όργανα στο πλαίσιο επιστολών που είχε στείλει». Ζητούμε ειδικά αυτό το σημείο να αφαιρεθεί διότι αδικεί κατάφωρα την προσπάθεια πολλών ανθρώπων και φορέων, πολιτικών και μη, που αγωνιζόμαστε με γνώμονα το συμφέρον όλων των λιγνιτικών περιοχών της Ελλάδας και της Ευρώπης.
7. Στις 9 διεκδικήσεις του Δήμου Κοζάνης (σελίδες 27-28) υπάρχει μόλις μία που αναφέρεται σε βιώσιμη οικονομική δραστηριότητα, αυτή της εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια ενώ η πρώτη προτεραιότητα είναι και πάλι η παράταση ζωής των λιγνιτικών μονάδων, μαζί με διεκδικήσεις πόρων χωρίς διόλου να αναφέρονται οι αναπτυξιακές κατευθύνσεις προς τις οποίες οι πόροι θα χρησιμοποιηθούν. Παράλληλα στην ενότητα 5 (σελίδες 41-43) αναφέρεται ως όραμα για το 2030 η μεταμόρφωση της Κοζάνης σε «κέντρο παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και πράσινων ενεργειακών εφαρμογών και εξοικονόμησης ενέργειας», πράγμα που είναι τουλάχιστον αντιφατικό σε σχέση με το αίτημα παράτασης λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων που τίθεται πρώτο από όλα στη σελίδα 27 ανάμεσα στα κεντρικά αιτήματα του δήμου. Σε αυτό το χρονικό σημείο χρειάζονται καθαρές πολιτικές επιλογές και κατευθύνσεις.
Προτείνουμε αλλαγή της δομής του κειμένου. Τα αιτήματα να μπουν στο τέλος και να περιλαμβάνουν τις 5 βασικές προτάσεις του δήμου Κοζάνης για νέες οικονομικές δραστηριότητες που πρέπει να αναπτυχθούν στην ευρύτερη περιοχή τα επόμενα 20 χρόνια. Τα αιτήματα για οικονομική στήριξη και παροχή κινήτρων για επενδύσεις στην περιοχή, που κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση να μπουν στη συνέχεια και διακριτά. Αναφορές σε τυχόν άλλα δίκαια αιτήματα (πχ μετεγκατάσταση Ακρινής) θα μπορούσαν να τοποθετηθούν ξεχωριστά με σαφή αναφορά ότι πρόκειται για αιτήματα που αφορούν το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
8. Στη διαδικασία απολιγνιτοποίησης της ελληνικής οικονομίας οι ενεργειακές κοινότητες είναι το εργαλείο που μπορεί να εξασφαλίσει τη δίκαιη μετάβαση και τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον ενεργειακό μετασχηματισμό. Η στροφή στις ΑΠΕ μέσω των ενεργειακών κοινοτήτων φέρνει την τοπική κοινωνία στο επίκεντρο του σχεδιασμού και της παραγωγής ενέργειας. Υπό αυτό το πρίσμα το γεγονός ότι ο Δήμος Κοζάνης περιλαμβάνει τις ενεργειακές κοινότητες στην πρότασή του είναι πολύ θετικό. Μέσω αυτών αποσκοπεί στην κάλυψη του συνόλου των ενεργειακών αναγκών του Δήμου με τη χρήση ΑΠΕ, στη μείωση των δημοτικών τελών φωτισμού για τους δημότες και τις επιχειρήσεις.
Θα μπορούσε όμως να τολμήσει και περισσότερο φιλόδοξες προτάσεις εμπλοκής της τοπικής κοινωνίας στον ενεργειακό μετασχηματισμό της πόλης. Για παράδειγμα, να προχωρήσει από κοινού με τους δημότες και τις τοπικές επιχειρήσεις σε κάλυψη των αναγκών θέρμανσης και ψύξης κτιρίων με τη χρήση ΑΠΕ, να χρησιμοποιήσει το διαθέσιμο κτιριακό απόθεμα για τοποθέτηση φωτοβολταϊκών για την κάλυψη των τοπικών αναγκών, να ενισχύσει τους δημότες να γίνουν αυτοπαραγωγοί κά.
Σε κάθε περίπτωση όμως οι ενεργειακές κοινότητες πρέπει να περιλαμβάνονται με σαφήνεια και συγκεκριμένη στόχευση στο Εδαφικό Σχέδιο Δίκαιης Μετάβασης, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν τους αναγκαίους πόρους για την ανάπτυξή τους.