"Η αρπαχτή της δημοσιογραφίας" του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης Γιάννη Καραχισαρίδη
(απάντηση στην ανάρτηση με τίτλο «Ο Αστερίξ ξελασπώνει το χρέος με την “αρπαχτή” του ΔΗΠΕΘΕ» και στην ανάρτηση που ακολούθησε με τίτλο «Δυσαρεστήθηκαν»)
Ο Σπύρος Κουταβάς επιμένει με δύο διαδοχικές αναρτήσεις στην παραπλάνηση και στις ψευδείς ειδήσεις. Μετά το πρώτο κείμενο, αντί για απάντηση, επιδίωξα καλοπροαίρετη συνάντηση μαζί του προς ενημέρωση. Του έδωσα όλα τα στοιχεία που συνιστούν την αλήθεια και την πραγματικότητα. Εκείνος όμως δυστυχώς εκώφευσε. Και επανήλθε με νέο ψέμα. Ότι δήθεν οι άνθρωποι του ΔΗΠΕΘΕ δυσαρεστήθηκαν. Τι κρίμα ! Και τώρα επί της ουσίας:
1. Αρπαχτή στη ελληνική γλώσσα σημαίνει μια ευκαιριακή ενέργεια που αποσκοπεί σε ευκαιριακό όφελος. Όμως η παιδική σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ βρίσκεται εν λειτουργία επί 15 συναπτά έτη και έχει καταξιωθεί στη συνείδηση της εκπαιδευτικής κοινότητας. Αυτό λοιπόν δεν είναι αρπαχτή. Είναι θεσμός.
2. Ο Σ.Κ. δεν τα κατάφερε καλά με τους πολλαπλασιασμούς και δυστυχώς εκτέθηκε. Αρχικά υπολόγισε τα «κέρδη» του ΔΗΠΕΘΕ από τον Αστερίξ σε πάνω από 300.000€ και στη συνέχεια αναθεώρησε το ποσό στο 1/10!!! Η επιπολαιότητα πασιφανής. Ας μας εξηγήσει τώρα, πώς το ΔΗΠΕΘΕ θα βγάλει τα όποια σπασμένα με αυτό το ποσό.
3. Και ποια σπασμένα; Κατ’ αρχάς, το ΔΗΠΕΘΕ είναι ένας καθ’ όλα αξιόπιστος οργανισμός και υπόδειγμα συνέπειας στις πληρωμές του. «Τα σπασμένα» προϋποθέτουν να έχει προηγηθεί τουλάχιστον μια καταστροφική παραγωγή. Αλλά δυστυχώς για τον επιπόλαιο Σ.Κ. τέτοια παραγωγή δεν υπάρχει.
4. Ο Σ.Κ. λαϊκίζει. Ένα σπορ που αναπτύχθηκε ραγδαία στις μέρες μας. Ισχυρίζεται ότι το εισιτήριο των 6 € πρέπει να μειωθεί πάραυτα. Καμιά αντίρρηση. Τότε όμως θα πρέπει να μας εξηγήσει με ποιον τρόπο θα πληρώνουμε τους εργαζόμενους στην παράσταση, τα λεωφορεία που διαθέτουμε δωρεάν στους μαθητές ή τις ασφαλιστικές εισφορές των ηθοποιών. Εκτός αν θεωρεί δεύτερης διαλογής τους εργαζόμενους στο θέατρο ή εκτός αν πιστεύει ότι το ΔΗΠΕΘΕ θα πρέπει να φοροδιαφεύγει και να εισφοροδιαφεύγει.
5. Ο Σ.Κ. ισχυρίζεται με «ηρωικό» ύφος ότι «η δουλειά των δημοσιογράφων δεν είναι να παριστάνουν τους υμνητές στην εκάστοτε τοπική μικροεξουσία και τα πρόσωπα που την υπηρετούν». Συμφωνούμε απόλυτα μαζί του και γι’ αυτό κι εμείς ποτέ δεν ζητήσαμε από κανένα δημοσιογράφο να μας υμνήσει. Ο Σ. Κ. δεν προτίθεται να υμνήσει, αλλά να κριτικάρει. Και πολύ σωστά. Όλα στραβώνουν όμως όταν επιλέγει ως εργαλεία κριτικής το ψεύδος και την παραπληροφόρηση. Αγαπητέ μου Σ. Κ. η δημοσιογραφία διακονεί την αλήθεια και την έρευνα. Και πρόθυμα βοηθήσαμε την έρευνα σου, μιας και μόνος σου δεν είχες την διάθεση να κοπιάσεις. Και παρ’ όλα αυτά εσύ πετάς όλες τις πληροφορίες στο καλάθι των αχρήστων και εμμένεις στο ψεύδος και την παραπληροφόρηση. Παριστάνοντας με έναν – τουλάχιστον – άκομψο τρόπο τον «εξεγερμένο».
Και στη θέση επιλόγου μια καλόγνωμη προτροπή – γιατί πολλές αξίες έχουν ανεπαισθήτως παραγκωνιστεί. Για να ασκήσει κάποιος την δημοσιογραφική του ιδιότητα, θα πρέπει να είναι προσεκτικός και να αναλύει τις πληροφορίες του με σύνεση, πριν δημοσιοποιήσει τις απόψεις του. Και πάνω απ’ όλα οφείλει να κοπιάσει – έστω λίγο – αναζητώντας την αλήθεια. Αν τίποτα απ’ αυτά δεν κάνει, θα καταλήξει σε δημοσιογραφικές αρπαχτές, δηλαδή σε επιπόλαιες και ευκαιριακές αναρτήσεις, με σκοπό το ευκαιριακό όφελος της πρόσκαιρης δημοσιότητας.